«Όσοι πλουτίζουν πιθανότατα συγκαταλέγονται στους πλέον έντιμους ανθρώπους της κοινωνίας. Θα σας το πω ξεκάθαρα: Οι 98 στους 100 πλούσιους της Αμερικής είναι έντιμοι.
Γι’ αυτό είναι πλούσιοι. Γι’ αυτό τους εμπιστεύονται χρήματα. Γι’ αυτό δημιουργούν τεράστιες επιχειρήσεις και βρίσκουν πολλούς ανθρώπους πρόθυμους να εργαστούν γι’ αυτούς. Επειδή είναι έντιμοι.
Εκφράζω συμπάθεια για τους φτωχούς, όμως οι φτωχοί που αξίζουν τη συμπάθεια μας είναι ελάχιστοι. Είναι λάθος να συμπονούμε κάποιον που έχει τιμωρήσει ο θεός για τις αμαρτίες του. Ας θυμόμαστε ότι κάθε φτωχός στην Αμερική περιήλθε σ’ αυτή την κατάσταση εξαιτίας των ελαττωμάτων του.»
Αυτό το απόσπασμα ομιλίας θα μπορούσε να θεωρηθεί σύγχρονο, αν δεν περιείχε τη φράση «που έχει τιμωρήσει ο θεός για τις αμαρτίες του». Ένας νεοφιλελεύθερος δεν θα μιλούσε για τον θεό, αλλά μόνο για την τεμπελιά και την ανικανότητα (και λοιπά ελαττώματα) κάποιων ατόμων -που συνήθως εκμεταλλεύονται το κοινωνικό κράτος και σπαταλάνε τα επιδόματα.
~~
Αυτή η φράση «περί εντιμότητας των πλουσίων» ειπώθηκε απ’ τον νομικό, ιερέα και συγγραφέα Ράσελ Κόνγουελ, στα χρόνια που ακολούθησαν τον Αμερικανικό Εμφύλιο (μετά το 1865), στις διαλέξεις που έδινε σε όλη τη χώρα, μιλώντας σε εκατομμύρια ακροατές για το δίκιο των πλουσίων και την ανικανότητα των φτωχών.
Στον 19ο αιώνα ο καπιταλισμός αντιλήφθηκε ότι δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τα κοινωνικά κινήματα, τις απεργίες, τις εξεγέρσεις, τη δυσαρέσκεια των φτωχών όπως οι προκάτοχοι βασιλιάδες και φεουδάρχες (το Κομμουνιστικό Μανιφέστο εκδόθηκε το 1848 κι ο αναρχισμός του Μπακούνιν «ιδρύθηκε» το 1870).
Γράφει ο Χάουαρντ Ζιν:
«Η επιβολή ελέγχου στη σύγχρονη εποχή απαιτούσε κάτι περισσότερο απ’ τη βία και τους νόμους.
Απαιτούσε να διδαχθεί ο πληθυσμός ότι όλα έβαιναν καλώς. Έτσι τα σχολεία, οι εκκλησίες και τα λαϊκά αναγνώσματα δίδασκαν ότι το να είναι κάποιος πλούσιος αποτελούσε σημάδι ανωτερότητας κι ότι η φτώχεια ήταν σημάδι προσωπικής αποτυχίας.»