Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2022

Τ. Λειβαδίτη: Γράφω για σας αδέρφια μου στο θάνατο συντρόφοι μου στην ελπίδα

 ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ ΦΩΤΟ

Τάσου Λειβαδίτη: Γράφω για σας αδέρφια μου στο θάνατο συντρόφοι μου στην ελπίδα

Ποιητική

Γράφω για κείνους που δεν ξέρουν να διαβάσουν
για τους εργάτες που γυρίζουνε το βράδυ με τα μάτια κόκκινα απ’ τον άμμο
για σας χωριάτες, που ήπιαμε μαζί στα χάνια τις χειμωνιάτικες νύχτες του αγώνα
ενώ μακριά ακουγότανε το ντουφεκίδι των συντρόφων μας.
Γράφω να με διαβάζουν αυτοί που μαζεύουν τα χαρτιά απ’ τους δρόμους
και σκορπίζουνε τους σπόρους όλων των αυριανών μας τραγουδιών
γράφω για τους καρβουνιάρηδες, για τους γυρολόγους και τις πλύστρες.

Αποτέλεσμα εικόνας για ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ

Γράφω για σας
αδέρφια μου στο θάνατο
συντρόφοι μου στην ελπίδα
που σας αγάπησα βαθιά κι απέραντα
όπως ενώνεται κανείς με μια γυναίκα.
Κι όταν πεθάνω και δε θα ΄μαι ούτε λίγη σκόνη πια μέσα στους δρόμους σας
τα βιβλία μου, στέρεα κι απλά
θα βρίσκουν πάντοτε μια θέση πάνω στα ξύλινα τραπέζια
ανάμεσα στο ψωμί και τα εργαλεία του λαού.

Τάσος Λειβαδίτης

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2019

Χαρίσματα

Αποτέλεσμα εικόνας για collage fascist


Νot care what land thou bear’ st me to
so not again to mine
Byron

Χαρίζω τις παρελάσεις στη Χρυσή Αυγή. Χαρίζω τον πατριωτισμό στη χούντα, γιατί πραγματικά της ανήκει. Χαρίζω τα γιαταγάνια του παππούλη μου στη Λιάνα Κανέλλη να τα κάνει σκιάχτρα στον Περισσό. Χαρίζω τη σημαία και τα σύμβολα στη σοσιαλδημοκρατία. Χαρίζω το μαρμαρωμένο βασιλιά στους παιδόφιλους ιεράρχες μας. Χαρίζω τα παλούκια απ’ τα σύνορα της χώρας στους δυστυχισμένους ομοφυλόφιλους που τρύπωσαν μέσα σε οικογένειες για να γλυτώσουν το διασυρμό της σούφρας τους. Χαρίζω κάθε ξύσμα μίσους σ’ αυτούς που δικαιωματικά τους ανήκει. Χαρίζω τον πολιτικό φιλελευθερισμό στα κουτάβια της μικροαστικής πλήξης. Χαρίζω την κοινοβουλευτική ρητορεία στο γερμανικό ιδεαλισμό. Χαρίζω στους δημιουργικούς επιχειρηματίες τα κλειδιά της πόλης. Χαρίζω την Ευρώπη στην Ασία και τη γαλάζια πατρίδα στους Οθωμανούς. Χαρίζω στην αχαλίνωτη υποκριτική αριστερά της εξουσίας όση ματαιοδοξία μου εγχείρησε η κακή μου εκπαίδευση. Χαρίζω τα βιτριόλια του εθνικισμού στους διευθυντές των σχολείων. Χαρίζω τον Ιησού Χριστό στον Εωσφόρο και τον Αλλάχ στις εταιρίες πετρελαιοειδών. Χαρίζω ότι με παρασύρει αργά-αργά στο φόνο, ότι με έλκει πλάι του. Χαρίζω ότι με παρωθεί στα έγκλημα με την ίδια αυτή ακατανόητη εξουσία που ασκεί καμιά φορά το κοιμώμενο νερό στη λάμψη της σελήνης.

Τετάρτη 21 Μαρτίου 2018

Παγκόσμια μέρα ποίησης


Κόκκινη ημισέληνος τ’ Αφρίν, στάζει αίμα.

Προδομένα τα όνειρα ενός λαού χωρίς πατρίδα σκόρπισαν υπό το βάρος μιας σκακιέρας πολύ μεγαλύτερης από το δίκιο.

Κι ούτε ένα δάκρυ.

Ούτε ένα ποίημα.

Κι εδώ στη χώρα της Σαπφούς, αυλοκόλακες ενός λαού που χάνεται κι αυτός μα χωρίς ηρωισμό κανένα, γλείφουν ο ένας τον άλλον με στιχάκια για λουλούδια κι αφόρετες καπότες.

Τους έλειψαν φαίνεται οι λουλουδούδες στα τούρκικα ξεφαντώματα των σκυλάδικων.

Σειρά έχουν οι Γιεζίντι. Γαυγίζουν τα σκυλιά του πολέμου. Αυτά το μυρίζουν το αίμα και λυσάνε στη θέα του.

Τρέμει η Ατλαντίδα μην τυχόν κι αναδυθεί. Τι δουλειά έχει τέτοια εποχή μέσα στη σκατίλα των ανθρώπων;

Περιμένει την αδερφή της την Κύπρο να τη συναντήσει, εκεί στον βυθό της ιστορίας.

Και οι δήθεν ποιητές παίζουν το μεγαλομανές πουλάκι τους σε δημόσια θέα κι αντί για μούντζες δέχονται ομοβροντίες χειροκροτημάτων. Ποίηση δια πάσο νόσο και μαλακία.

Καμιά αριστοκρατία δεν χάθηκε. Απλά τα χουνέρια της μολύναν πολύ κόσμο που κάποτε ήταν απλός κι ανεπιτήδευτος.

Ήρθε κι η δικαίωση του ποιητή Φαμφάρα. Άσπρα κοράκια μαύρα κοράκια. Εκατοντάδες χιλιάδες οι ποιητάδες κι η ποίηση ορφανεμένη κι άκληρη και διψασμένη κι άφαγη, ρακένδυτη και απελπισμένη, κοιτάζει απ έξω με μάτια που πονάνε μέσα στα παράθυρα των πολυτελών εκδηλώσεων που κάνουν στ όνομα της.

Μ’ αυτό δεν είναι ποίηση φωνάζει χτυπώντας το κεφάλι της στον τοίχο κάνοντας τους περαστικούς να απορούν για τα καμώματα μιας κουζουλής ,λες και ποτέ η ποίηση ήταν φρόνιμη.

Δευτέρα 9 Οκτωβρίου 2017

Έτσι εκπαιδεύουν στο ρατσισμό και το φασισμό


Ο άνεργος, ο φτωχός και ο νεόπτωχος δεν αντιδρούν, δεν αγανακτούν, αντίθετα η οργή σαπίζει εντός τους. Δεν υπάρχει πολιτικός θεσμός που να οργανώσει και να πολιτικοποιήσει την οργή, να την κάνει δύναμη, τέτοια που να αλλάξει το συσχετισμό των αισθημάτων και των δυνάμεων. 


Έτσι, χωρίς οργανωμένο πλαίσιο, χωρίς ρέουσα πηγή, ο λόγος της αξιοπρέπειας και της ανυπακοής θολώνει και στερεύει. Η ποιητική γλώσσα, που κάποτε λειτουργούσε ως δύναμη εντροπίας, ωθώντας στην ανατροπή της κρατούσας συμβολικής τάξης, στην ανάδευση της ακινησίας και στην παρεμπόδιση της σήψης, που δημιουργούσε μια νέα κοινωνικότητα, μία νέα συλλογικότητα, αντλώντας από την ποιητικότητα των δρόμων, από τον τόπο της υπερωρίας των νέων και του νέου λόγου, τώρα εξαντλείται στις αυτοεκδόσεις ποετάστρων ελάσσονος ποιότητας και μείζονος ναρκισσισμού. 

Τα γράφω αυτά γιατί ναι, χρειαζόμαστε «κουράγιο», χρειαζόμαστε ελπίδα. Γιατί η λογοτεχνία είναι ένας τρόπος να ουρλιάζει κανείς βουβά, φουσκώνοντας το μεγάλο ποτάμι της αγανάκτησης για την κοινωνική αδικία. Γιατί η τέχνη δεν είναι μόνο για τους «χορτάτους», η λογοτεχνία δεν είναι μόνο μία τεχνο-λογία της εξουσίας, αλλά και ο σπινθήρας που θα βάλει φωτιά στις ψυχές των περιφρονημένων, των απόκληρων, των ξεριζωμένων. Γι’ αυτό έχει σημασία για ποιους γράφει κανείς. Γι’ αυτό το ερώτημα που πρέπει να θέσουμε, έλεγε ο Έντουαρντ Σαΐντ, είναι για ποιό λόγο ελάχιστοι καλλιτέχνες "αντιμετωπίζουν ευθέως τα μεγαλύτερα κοινωνικά και οικονομικά εξωτερικά γεγονότα της ύπαρξής τους», όπως είναι η αποικιοκρατία και η κοινωνική εκμετάλλευση. 

Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 2017

Οι αντίπαλοι του ποιητή, του Φώτη Μισόπουλου



Braving time/ EZRA POUND [1*]

.....κάποτε σταματούνε επιτέλους οι απόηχοι - και τα σκοτάδια ξαναβρίσκουν την ακινησία τους -, αυτή είναι και η πραγματική εξουσία του χρόνου, ο καθένας ζει σε μια διπροσωπία, ότι ανακάλυψε την magna opera της ποίησής του ή πάλι με απασχόλησε ο Ηρόστρατος στην επιδίωξη πως θα 'μενε αιώνια στην ιστορία η υστεροφημία του- έως της συντελείας του κόσμου τούτου,- εμπρηστής και δοξομανής, γιατί οι θεοί - και οι άνθρωποι - θα συγχωρούσαν τη βλάσφημη πράξη του, γι' αυτό που έκανε στο ναό της Αρτέμιδος,- μιλάμε για την Έφεσο το 356 π. Χ. - απαράλλαχτα ό,τι συμβαίνει με την αιώνιότητα σ' ένα σονέτο του Σαίξπηρ, μια ακροστιχίδα του Μπλέικ, τις μισοσβησμένες παραλλαγές κάποιου άγνωστου ποιητή που θα δεί την αυτοκρατορική επισημότητα του έργου του στο αύριο μιας ανολοκλήρωτης ιστορικότητας, δικής του ή ακόμα κι εκείνης ενός προσωπείου του, ενός ετερωνύμου του, - στο σεπτό καθρέφτη του Ιανού,- ήταν, λοιπόν, πολλοί από αυτούς που αναγόρευσαν τον Ηρόστρατο σε ποιητή, γιατί ξαφνικά η ποίηση γινόταν ολοένα και η πιο κατά συνθήκη εξέγερση - και ο Ματτία Πασκάλ ή ο Άλβαρο ντε Κάμπος ήρθαν πολύ καθυστερημένα να συζητήσουν μαζί μου - αλήθεια, πότε το παρελθόν εξακολουθεί να πατάει στην άκρη του παρόντος και πότε ο Μαρινέττι κι ο φουτουρισμός του ήταν το ίδιο αξιόπιστος όσο ένα αξίωμα της ναυπηγικής - τα λέω και για τους δύο- αυτά τ' αξιοσέβαστα προσωπεία που μετατρέπουν την ιστορία σε απόγνωση, θα ζητούσαν κάποτε ταπεινά συγνώμη για όλους μας - μπορεί και για κείνον τον Ηρόστρατο, από το τέλος της άβυσσος [1]

Δευτέρα 21 Αυγούστου 2017

Νίκος Καρούζος: “Η κόλαση λοιπόν είν’ η πατρίδα μας.”

Μαρια Λυδία Κυριακίδου


[Βιογραφικό σημείωμα]
ΚΑΡΟΥΖΟΣ ΝΙΚΟΣ.1

Ο Νίκος Καρούζος αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους Έλληνες Ποιητές του 20ου αιώνα, γεννήθηκε στις 17 Ιουλίου του 1926 στο Ναύπλιο και έφυγε απ’ τη ζωή στις 28 Σεπτεμβρίου του 1990 στην Αθήνα.
Παραθέτοντας κάποια βιογραφικά στοιχεία του, μπορούμε να διακρίνουμε πως η ζωή του ήταν από πολλές απόψεις συνταρακτική και γεμάτη τρικυμίες, ενώ παράλληλα αρνούνταν τις συμβάσεις, ανεξάρτητα από την πρόελευσή τους Ο πατέρας του ήταν δάσκαλος και μέλος του ΕΑΜ και διώχθηκε μετακατοχικά, ενώ η μητέρα του υπήρξε θυγατέρα κληρικού και δσκάλου.
Ο ίδιος ο Ποιητής εντάχθηκε στην νεολαία της ΕΠΟΝ και γνώρισε το σκληρό πρόσωπο της εξορίας, τόσο στην Ικαρία (1947), όσο και στην Μακρόνησο (1951). Οι διώξεις είχαν ως αποτέλεσμα να υποστεί νευρικό κλονισμό και να απολυθεί από την Μακρόνησο το 1953, δίχως ποτέ να υπογράψει δήλωση μετάνοιας. Αντίθετα απ’ ότι θα περίμενε κανείς, λόγω της προηγούμενης διαδρομής του, ο ίδιος δήλωνε ιδεολογικά Αναρχοκομμουνιστής κι όχι Κομμουνιστής, αν και αναγνώριζε πως η Οκτωβριανή Επανάσταση βοήθησε τα μέγιστα στα δικαιώματα υπέρ των εργατών τον 20ο αιώνα.
Αμφισβητούσε δε πως ο θεσμός του κράτους μπορεί να συμβάλει υπό την όποια μορφή του, στην πορεία προς το σοσιαλισμό και την αταξική κοινωνία. Επιπλέον, δεν δέχονταν για τον εαυτό του το χαρακτηρισμό του στρατευμένου ποιητή, δίχως όμως να κατακρίνει γενικότερα τη στράτευση.

Παρασκευή 11 Αυγούστου 2017

Αργοπεθαίνει όποιος...




Αργοπεθαίνει όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας, επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές, όποιος δεν αλλάζει περπατησιά, όποιος δεν διακινδυνεύει ν' αλλάξει χρώμα στά ρούχα του, όποιος δεν μιλά σε όποιον δεν γνωρίζει.

Αργοπεθαίνει όποιος αποφεύγει ένα πάθος,
όποιος προτιμά τό μαύρο για το άσπρο
και τα διαλυτικά σημεία στό «I»
αντί ενός συνόλου συγκινήσεων που λαμποκοπούν τα μάτια,
που μετατρέπουν ένα χασμουργητό σε ένα χαμόγελο,
που κάνουν την καρδά να κτυπά στο λάθος
και στα συναισθήματα.

Αργοπεθαίνει όποιος δεν αναποδογυρίζει το τραπέζι,
όποιος δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του,
όποιος δεν διακινδυνεύει τη βεβαιότητα γι' αβεβαιότητα
για να κυνηγήσει ένα όνειρο,
όποιος για μιά φορά τουλάχιστον στη ζωή του
δεν αποφεύγει τις εχέφρονες συμβουλές.

Αργοπεθαίνει όποιος δεν ταξιδεύει,
όποιος δεν διαβάζει,
όποιος δεν ακούει μουσική,
όποιος δεν βρίσκει σαγήνη στον εαυτό του.

Αργοπεθαίνει όποιος καταστρέφει τον έρωτά του,
όποιος δεν έπιτρέπει να τον βοηθήσουν,
όποιος δαπανά μέρες παραπονούμενος γιά τύχη κακή
ή για την ασταμάτητη βροχή.

Δευτέρα 7 Αυγούστου 2017

Orhan Veli Kanik, Έξι ποιήματα

Ο Δρόμος μου είναι Πλατεία_1



Ωραίες μέρες
Aυτές οι ωραίες μέρες με κατέστρεψαν.
Mια τέτοια μέρα παραιτήθηκα
από τη δουλειά μου στο «Eυαγές Ίδρυμα».
Mια τέτοια μέρα άρχισα το κάπνισμα.
Mια τέτοια μέρα ερωτεύτηκα.
Mια τέτοια μέρα ξέχασα
να φέρω αλάτι και ψωμί στο σπίτι.
Mια τέτοια μέρα επιδεινώθηκε η κατάστασή μου
κι άρχισα να γράφω στίχους.
Aυτές οι ωραίες μέρες με κατέστρεψαν.
***


Ο φίλος μου ο Σάμπρι
Ο φίλος μου ο Σάμπρι
πάντα μού πιάνει κουβέντα
τη νύχτα στον δρόμο –
πάντα είναι «τύφλα».
Μου λέει:
«Άργησα για το σπίτι»,
και πάντα κρατάει δύο φραντζόλες ψωμί
κάτω απ’ τη μασχάλη.
Δωρεάν
Ζούμε δωρεάν∙
τ’ οξυγόνο είναι δωρεάν∙ τα σύννεφα, επίσης.
Λόφοι, κοιλάδες: δωρεάν∙
βροχή και λάσπη: δωρεάν.
Το αμάξωμα του αυτοκινήτου,
η είσοδος στον κινηματογράφο,
οι βιτρίνες, όλα είναι δωρεάν∙
δυστυχώς, δεν ισχύει το ίδιο για το ψωμί και το τυρί.
Όμως, το θαλασσινό νερό είναι δωρεάν∙
η ελευθερία κοστίζει τη ζωή σου,
μα η σκλαβιά είναι δωρεάν∙
ζούμε δωρεάν,
δ ω ρ ε ά ν.

Τετάρτη 28 Ιουνίου 2017

Η Ανεργία στις «γειτονιές του κόσμου» του Γ. Ρίτσου



Οι γειτονιές είναι λυπημένες.

Οι γειτονιές έχουν χώσει το πηγούνι τους στον κόρφο τους.

Δε μιλάνε οι γειτονιές. Το βράδυ σεργιανάει στους λασπωμένους δρόμους

Έρημο, μ ένα παλιό, ξεκούρντιστο φεγγάρι στα χέρια του

Σαν τον τυφλό διακονιάρη με τη φυσαρμόνικα. Παίζει ένα τυφλό τραγούδι.

Κανένα παράθυρο δεν ανοίγει. Ο εργάτης που γυρνάει στη φαμίλια του

Δεν κοντοστέκει, δρασκελάει αργά το κατώφλι,

Κοιτάζει χάμου. Τα παιδιά τον κοιτάζουν.

Η γυναίκα μπαλώνει μια κάλτσα. Δεν τον κοιτάζει.

«Μήτε σήμερα», λέει σα ναχει φταίξει,

«δε βρήκα δουλειά μήτε σήμερα», λέει.

Και τα παιδιά δεν ξέρουν κι είναι λυπημένα,

Κι η πιατοθήκη είναι λυπημένη

Σα μια μικρή σκάλα που δε βγάζει πουθενά,

Και τα πήλινα πιάτα είναι λυπημένα

Σα φεγγάρια που δεν έχουν τι να φωτίσουν,

Και το ξύλινο αυγό του μανταρίσματος μέσα στην κάλτσα είναι σα μια γροθιά σφιγμένη, είναι σα μια γροθιά κρυμμένη σε μιαν άδεια τσέπη.

Πέμπτη 1 Ιουνίου 2017

Αφιέρωμα του διαδικτυακού ρ/σ στην Κατερίνα Γώγου που γεννήθηκε σαν σήμερα το 1940 (Ηχητικό)

«Την άλλη φορά που θα μας ρίξουνε να μην την κοπανήσουμε. Να ζυγιαστούμε. Μην ξεπουλήσουμε φτηνά το τομάρι μας ρε».

Κατερίνα Γώγου

Σαν σήμερα 1 Ιούνη 1940 γεννήθηκε στην Αθήνα η ηθοποιός, στιχουργός και ποιήτρια Κατερίνα Γώγου.

Στο σύντομο διάστημα της ζωής της εκδίδει τις ποιητικές συλλογές "Tρία κλίκ αριστερά "1978, "Ιδιώνυμο"1980, "Το Ξύλινο Πάλτο"1982, "Απόντες" 1986, "Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών" 1988, "Νόστος"1990.

Η οργή που την πλημμύριζε για την σαπίλα του κατεστημένου, και ο ασυμβίβαστος καταγγελτικός λόγος είναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα των γραπτών της κειμένων.

Έζησε τα τελευταία χρόνια της μέσα στην απομόνωση και στα ναρκωτικά. Γιατί κάποια ανοιχτά μυαλά δε βολεύονται με τις πλάνες των απλών ανθρώπων, χρειάζονται πιο δραστικές ουσίες για να νανουριστούν.
Η Κατερίνα βάδισε στα χνάρια του Άσιμου, ακολούθησε κι ο Παυλάκης.

Στις 3 Οκτώβρη του 1991 έδωσε τέλος στην ζωή της με χάπια και αλκοόλ.

Η Γώγου όπως κι ο Σιδηρόπουλος δεν ήταν "μπροστά" από την εποχή τους όπως λέγεται πολλές φορές για να τους ξορκίσουν... Ήταν η συνείδηση της εποχής τους στην πιο καθαρή κι ανθρώπινη μορφή της ίσως. Λιγότερο πολιτικοποιημένοι από τον Άσιμο αλλά και πιο "μοντέρνοι" από τους άλλους ιδανικούς αυτόχειρες ποιητές όπως ο Λαπαθιώτης, ο Καρυωτάκης, η Πολυδούρη επέλεξαν μια αργή αυτοκτονία παιδί της εποχής τους, μιας εποχής που οι κρατούντες ακόμα και στην αυτοκτονία έχουν πετύχει έναν καταναλωτικό δημοκρατικό πλουραλισμό.
Όχι θηλιές που κρέμονται από τα ταβάνια, πτώματα που τα ξερνάει η θάλασσα...
Μια αυτοκτονία, σήμερα, μπορεί να μοιάζει με ένα βεγγαλικό που σκάει μέσα στο σκοτάδι ή με ένα άστρο που σβήνει σιγά σιγά", ...

Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2016

«Ζούμε όση ζωή θελήσουμε να ζήσουμε. Είμαστε τα Διάφανα Κρίνα»


θανος




Δυστυχώς η είδηση πως ο Θάνος Ανεστόπουλος δε θα ανέβει ξανά στη σκηνή, είναι πλέον επιβεβαιωμένη. Το γεγονός ότι ο ίδιος με τη μέγιστη αξιοπρέπεια και το χιούμορ που τον χαρακτήριζε έδινε μάχη με την επάρατο νόσο,ήταν γνωστό στο κοινό. Συγχωρέστε μας όμως , καθότι πιστεύαμε πως ο Θάνος θα νικούσε κι εκεί και που δε θα μπορέσουμε να συνηθίσουμε την απώλειά του.


Η συντακτική ομάδα του Νόστιμον ήμαρ αποχαιρετά το μεγάλο καλλιτέχνη , συμπαραστεκόμενηστην οικογένεια και στους φίλους του.


 

Πέμπτη 4 Αυγούστου 2016

Νικηφόρος Βρεττάκος, 25 Χρόνια Από το Θάνατο του

Ο Νικηφόρος Βρεττάκος γεννήθηκε στις Κροκεές της Λακωνίας το 1912. Σε ηλικία δέκα επτά ετών έρχεται στην Αθήνα και ξεκινάει σπουδές στη Νομική Αθηνών, αλλά εγκαταλείπει γρήγορα λόγω οικονομικών δυσχερειών. Αρχίζει να δουλεύει σε οποιαδήποτε δουλειά για να επιβιώσει και παράλληλα γράφει.


Το 1940 παίρνει μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο και το 1941 εντάσσεται στην Εθνική Αντίσταση και το ΕΑΜ. Το 1948 γνωρίζεται με τον Άγγελο Σικελιανό με τον οποίο τους συνδέει βαθειά φιλία μέχρι το τέλος της ζωής του. Το 1949 εξαιτίας της έκδοσης του έργου του «Δυο άνθρωποι μιλούν για την Ειρήνη του κόσμου» διεγράφη από το ΚΚΕ. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας αυτοεξορίζεται στην Ευρώπη και όταν με τη μεταπολίτευση ξαναγύρισε, εγκαταστάθηκε μόνιμα στη γενέθλια γη.
Πέρασε μια ζωή πλούσια σε δοκιμασίες και αγώνες αλλά πλούσια και σε δημιουργία και ποίηση. Ο ίδιος γράφει «Η ζωή υπήρξε δεσμοφύλακας και εγώ κρατούμενος, που ό,τι έγραψε στο πουκάμισό του, σε ώρες που έκλεβε, ποτέ σε μέρες ολόκληρες»


Τιμήθηκε με δυο κρατικά βραβεία(1941 και 1946) και με το βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών, ενώ το 1987 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Προτάθηκε επίσης τέσσερις φορές υποψήφιος για το βραβείο Νόμπελ στην ποίηση.


101



Ο Νικηφόρος Βρεττάκος ύμνησε το φως, τον ήλιο, την αγάπη, την ειρήνη πολλές φορές στα ποιήματά του. Έγινε ειρηνιστής μέσα σε μια ανθρωπότητα βασανισμένη από πολέμους και αλληλοσπαραγμούς. Ο Μιχάλης Σταθόπουλος αναφέρει στην εκφώνησή του κατά την αγόρευση του Νικηφόρου Βρεττάκου σε επίτιμο διδάκτορα του τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών: «Τον γνωρίσαμε προσηλωμένον στην ειρήνη και στα δικαιώματα του ανθρώπου, να κάνει πράξη αυτό που έλεγε, ο,τι αποστολή του ποιητή είναι να γίνεται απόστολος της ειρήνης»

Τρίτη 26 Ιουλίου 2016

Η γνωριμία μου με τον Φώτη Αγγουλέ

Από προχτές μού 'χει καρφωθεί η επιθυμία να σας διηγηθώ πώς γνώρισα τον Φώτη Αγγουλέ. Κι επειδή ίσως κάποιοι από σας να μη γνωρίζουν (ή, τουλάχιστον, να μη γνωρίζουν πολλά) γι' αυτόν, επιτρέψτε μου να αρχίσω την διήγηση από πολύ παλιότερα. Όσο δε για σας που ήδη αναρωτιέστε "καλά, γνώρισε αυτός τον Αγγουλέ;", δείξτε λίγη υπομονή.
Η σημερινή μας ιστορία αρχίζει κάπου στα 1911, όταν στον Τσεσμέ ο ψαράς Σιδερής Χονδρουλάκης αποκτά επί τέλους, μετά από τρία κορίτσια, τον γυιο που τόσο ήθελε. Μόνο που ο μικρός Φώτης δεν έμελλε να μείνει πολύ στην Μικρασία. Με το που ξεσπάει ο Α' Παγκόσμιος κι οι τούρκοι αρχίζουν να κυνηγούν τους χριστιανούς, ο Σιδερής παίρνει την μεγάλη απόφαση να γίνει πρόσφυγας. Έτσι, το 1914, βάζει την οικογένειά του σ' ένα καΐκι και βγαίνει απέναντι από τον Τσεσμέ, στην Χίο.

Ο Φώτης Αγγουλές (αριστερά) στο κρατητήριο
Ο Φώτης μεγαλώνει ως παραχαϊδεμένο στερνοπούλι κι αυτό τον κάνει ατίθασο και πρώτο στις σκανταλιές. Όταν ο δάσκαλός του στην δευτέρα δημοτικού τον φώναξε στον πίνακα, προφανώς για να τον τιμωρήσει, ο Φώτης πήδηξε από το παράθυρο και δεν ξαναπάτησε σχολείο. Προτίμησε να πάει για δουλειά στο ψαρομανάβικο του πατέρα του. Εκεί, θά 'ταν - δεν θά 'ταν 15 χρόνων, σε μια από τις εφημερίδες που τύλιγαν τα ψάρια διάβασε ένα ποίημα και εντυπωσιάστηκε τόσο ώστε άρχισε να διαβάζει ό,τι έπεφτε στα χέρια του προκειμένου να μάθει γράμματα και να μπορέσει να γράψει κι αυτός ποιήματα.

Λίγο αργότερα, παρατάει το ψαράδικο και πάει μαθητευόμενος τυπογράφος στην τοπική εφημερίδα Ελευθερία. Ενώ μαθαίνει την δουλειά, συνεχίζει τα διαβάσματά του και σκαρώνει τους πρώτους του στίχους. Στα 18 του τολμά να εκδώσει μια βραχύβια σατιρική εφημεριδούλα με τον τίτλο Καμπάνα και τρία χρόνια αργότερα βγάζει την Μιχαλού. Σ' αυτές τις εφημεριδούλες δημοσιεύει τα πρώτα του ποιήματα. Επειδή καταλαβαίνει ότι η σάτιρα ενοχλεί και θέλει να προφυλάξει την οικογένειά του, δεν υπογράφει ως Χονδρουλάκης αλλά υιοθετεί ένα παλιό παρατσούκλι τού πατέρα του, που θα πει λεβέντης, παλληκάρι: Αγγουλές.

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2016

Νίκος Καρούζος: η εξουσία είναι της Ιστορίας η ευκοιλιότητα





Μη με διαβάζετε όταν δεν έχετε
παρακολουθήσει κηδείες αγνώστων
ή έστω μνημόσυνα.
Όταν δεν έχετε
μαντέψει τη δύναμη
που κάνει την αγάπη
εφάμιλλη του θανάτου.
Όταν δεν αμολήσατε αϊτό την Καθαρή Δευτέρα
χωρίς να τον βασανίζετε
τραβώντας ολοένα το σπάγγο.
Όταν δεν ξέρετε πότε μύριζε τα λουλούδια
ο Νοστράδαμος.
Όταν δεν πήγατε τουλάχιστο μια φορά
στην Αποκαθήλωση.
Όταν δεν ξέρετε κανέναν υπερσυντέλικο.
Αν δεν αγαπάτε τα ζώα
και μάλιστα τις νυφίτσες.
Αν δεν ακούτε τους κεραυνούς ευχάριστα
οπουδήποτε.
Όταν δεν ξέρετε πως ο ωραίος Modigliani
τρεις η ώρα τη νύχτα μεθυσμένος
χτυπούσε βίαια την πόρτα ενός φίλου του
γυρεύοντας τα ποιήματα του Βιγιόν
κι άρχισε να τα διαβάζει ώρες δυνατά
ενοχλώντας το σύμπαν.
Όταν λέτε τη φύση μητέρα μας και όχι θεία μας.
Όταν δεν πίνετε χαρούμενα το αθώο νεράκι.
Μη με διαβάζετε
όταν
έχετε
δίκιο.
Μη με διαβάζετε όταν
δεν ήρθατε σε ρήξη με το σώμα...
Ώρα να πηγαίνω
δεν έχω άλλο στήθος. (ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΣ ΕΠΙΛΟΓΟΣ)


Σαν σήμερα γεννήθηκε ο Νίκος Καρούζος. Μέγιστος ποιητής! Φιλοσοφικός, μεταφυσικός, μυστικός...
«Υπάρχω»,  έγραφε, « χαρούμενος από άσπιλη θλίψη, σμιλεύοντας τη μοναξιά» ή
 «Το σύμπαν έμοιαζε καμωμένο
για να διασκεδάσω μαζί
με την αιωνιότητα μόνος...»


Γεννήθηκε στις 17 Ιουλίου του 1926 στο Ναύπλιο. Ο πατέρας του ήταν δάσκαλος και ο παππούς από την πλευρά της μητέρας του ιερέας και δάσκαλος και συνέβαλαν σημαντικά στα πρώτα παιδικά του χρόνια στην διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Ιδιαίτερα η πλούσια βιβλιοθήκη του ιερέα παππού του. Το 1944 ολοκληρώνει τις γυμνασιακές σπουδές στην γενέτειρά του και την ίδια περίοδο εντάσσεται στην Ε.Π.Ο.Ν. Ναυπλίου. To 1945 εισάγεται στη Νομική Σχολή Αθηνών. Τον Ιούνιο του 1946 γλιτώνει από σύλληψη και εκτέλεσή του από την Οργάνωση Χ. Την επόμενη χρονιά εξορίζεται στην Ικαρία για πέντε μήνες. Το 1951 υπηρετεί τη θητεία του στη Μακρόνησο και το 1953 εξορίζεται πάλι, στη Μακρόνησο. Νοσηλεύτηκε στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο όπου απαλλάχθηκε από την στρατιωτική θητεία χωρίς να υπογράψει δήλωση μετανοίας, για λόγους υγείας. Εγκαταλείπει τις σπουδές στη Νομική και την προοπτική να γίνει δικηγόρος. Αρχίζει να συνεργάζεται με διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά, δημοσιεύοντας πoιήματα και άλλα πεζά κείμενα (Αθηναϊκά Γράμματα, Επιθεώρηση Τέχνης, Νέα Εστία, Ευθύνη, Σύνορο, Διαγώνιος).


Το 1961 βραβεύεται με το Β' Κρατικό Βραβείο ποίησης και το 1962 με Α΄Βραβείο ποίησης της Ομάδας των Δώδεκα. Τον Μάιο του 1967 συλλαμβάνεται για δηλώσεις που έκανε σε βάρος του Παττακού. Το διάστημα 1983-1984 και το 1986 εργάζεται στο Γ' Πρόγραμμα της Ε.Ρ.Α κάνοντας εκπομπές για την λογοτεχνία. Το 1988 βραβεύεται με το Κρατικό Λογοτεχνικό βραβείο ποίησης. Πεθαίνει στις 28 Σεπτεμβρίου του 1990.


Το 1949 πραγματοποίησε την πρώτη επίσημη εμφάνισή του στο χώρο των γραμμάτων με τη δημοσίευση του ποιήματός του "Σίμων ο Κυρηναίος" στο περιοδικό Ο Αιώνας μας. Η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο "Η επιστροφή του Χριστού" εκδόθηκε το 1954. Στους λογοτεχνικούς κύκλους έγινε πιο γνωστός στη δεκαετία του ’60 με τις συλλογές "Η έλαφος των άστρων", "Ο υπνόσακκος" και "Πενθήματα". Ακολούθησαν πολλές ακόμη συλλογές και συγκεντρωτικές εκδόσεις των ποιημάτων του ως τη συγγραφή του τελευταίου του ποιητικού έργου "Αιώρηση".


Ο Ηλίας Πετρόπουλος έγραψε γι αυτόν:
«Μὲ τὸν ἀξέχαστο Νῖκο Καροῦζο εἴμασταν φιλαράκια. Ὁ Καροῦζος μίλαγε (ἤ, μᾶλλον ἀγόρευε) ὑπέροχα. Ὅταν ἤθελα νὰ τὸν ἀκούσω, κατηφόριζα ὡς τοῦ Λουμίδη, ὅπου ἦταν βέβαιο πώς θὰ τὸν εὕρισκα πάντα ἐκεῖ. Κάποτε-κάποτε, καταλήγαμε σὲ καμιὰ ταβέρνα. Ὁ Καροῦζος, πρὶν ἀρχίσει νὰ πίνει, ἔτρωγε στὰ γεμάτα. Ἔτρωγε σιωπηλός. Μετὰ ζήταγε ἂπ' τὸ γκαρσόνι νὰ μάσει τὰ μπάζα, δηλαδὴ τὰ ἄδεια πιάτα καὶ τὰ πιρούνια. Καί, τότε, μόνον τότε, ξεκίναγε νὰ πίνει καὶ νὰ μιλάει. Ὁ Καροῦζος ἦταν ὡραῖος ἄντρας, ἀλλὰ δὲν τόξερε. Εἶχε μεγάλη μόρφωση καὶ ἀκόμη μεγαλύτερη πνευματικότητα. Μίλαγε ἐπὶ παντὸς θέματος: ἀπὸ τὰ ποιήματα τοῦ Καβάφη μέχρι τὴν ζωγραφική τοῦ Δέρπαπα. Καὶ ὅταν μίλαγε, ἦταν σχεδὸν γοητευτικός.


Καμιὰ φορά ἐρχότανε σπίτι μου καὶ μὲ ψιλορώταγε γιὰ τὰ βιβλία πού ἑτοίμαζα. Συνήθως, σκάλιζε τὰ χρωματιστὰ στυλὸ τοῦ γραφείου μου. Καὶ ἔπειτα καθότανε κι ἔγραφε μικρὰ ποιηματάκια, χρησιμοποιώντας πάντοτε ἕνα στυλὸ μὲ διαφορετικὸ χρῶμα. Μιὰ μέρα κάθισε καὶ μοῦ ἔγραψε κάτι λακωνικὲς συμβουλές. Θυμᾶμαι πώς ἔγραφε κατ' εὐθείαν, δίχως κομπιάσματα, δίχως νὰ διορθώνει τίποτε. Τώρα, ἔπειτα ἀπὸ σχεδὸν τριάντα χρόνια, ψάχνοντας τὸ ἀρχεῖο μου, ὅλο καὶ βρίσκω τέτοια χαρτάκια τοῦ Καρούζου. Καὶ ὁμολογῶ ὅτι, συγκινοῦμαι πολύ.


Ὁ Νῖκος Καροῦζος πέθανε, μὰ πάντα τὸν ἀκούω νὰ μοῦ μιλάει μ' ἐκείνη τὴν πεντακάθαρη προφορὰ τοῦ Ναυπλίου.
«Ο Καρούζος περιγράφει τα δευτερόλεπτα με την ίδια παραξενιά που άλλοι ποιητές περιγράφουν τα λουλούδια», γράφει ο Ευγένιος Αρανίτσης (Ιστορία των Ηδονών).  Ενώ ο ποιητής γράφει : «…Ο χρόνος είναι κοροϊδευτικός. Είναι αμέτοχος σαν τα περίπτερα στην κίνηση.»


Ο  Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης σημειώνει:
«Ο μεγάλος μας ποιητής Νίκος Καρούζος κατόρθωσε τόσο στην ποίησή του όσο και στην προσωπική του ζωή να είναι με τη μεριά της υπερβάσεως. Αναμετριόταν πάντα –ο ίδιος συχνά χρησιμοποιούσε τη λέξη «κονταροχτύπημα»– με μεγάλες ιδέες, μεγάλες μορφές, μεγάλες αφηγήσεις, δίχως ποτέ να τις αφήνει ως έχουν, μα μπολιάζοντάς τες με δικά του διανοήματα, με δικές του σκέψεις, με δικούς του στοχασμούς, με δικές του strong opinions.


Σε αυτό το, κατ᾽ εμέ, κολοσσιαίο επίτευγμα, το μπόλιασμα των όσων πρεσβεύει και λέγει ο μαρξισμός, ας πούμε, ο ζεν βουδισμός ή η χριστιανική ορθοδοξία, συνέβαλλαν τόσο οι τερατώδεις γνώσεις που είχε συσσωρεύσει, και εξακολουθούσε νυχθημερόν να συσσωρεύει ο Καρούζος (γνώσεις φιλοσοφικές, θεολογικές, επιστημονικές, μουσικολογικές, ακόμα και σκακιστικές) όσο και το απίθανο χιούμορ του, που του επέτρεπε να αποδομεί και να ανασυνθέτει τα όποια θέσφατα και τις όποιες καταστάσεις κατά βούλησιν. Το χιούμορ στον Καρούζο διαδραματίζει ρόλο στοχαστικού σχολιασμού, αλλά και λυτρωτικής επαναφοράς στη χθόνια πραγματικότητα ύστερα από υψιπετείς περιπλανήσεις στους ουρανούς των ιδεών».


Ήξερε, όπως έγραφε στο ποίημα «η έναστρη φωτεινότητα»,
 ότι
είμαστε
καθημαγμένοι ερασιτέχνες του Πραγματικού... Όλα κοστίζουν ένα παίξιμο.
Πάρε μαζί σου τον έρωτα κι εκείνα τα όνειρα
έλα στην κάτω γειτονιὰ και πες: Κορόνα γράμματα...
Κορόνα γράμματα να παίξεις
Τις ώρες καὶ τὰ χρόνια
μόνος με τον έρημο ἀντίπαλο.


Και στη «Νεολιθικὴ νυχτωδία στὴν Κρονστάνδη»:
-Η εξουσία είναι της Ιστορίας η ευκοιλιότητα.
- Στο χωριό μου τη λένε γλεντοκώλα.
Έγραψε επίσης στη «Δεύτερη εποχή»:
Ξόδεψα μακρινούς περίπατους για να καταλάβω:
Η ζωή δεν έχει τόση ζωή μέσα της.
όλο το ζήτημα είναι, να δούμε μονάχα
πού βγάζει τις φλόγες.
Τότε προσεχτικά πλησιάζουμε
κρατώντας μια χαρτοσακκούλα


Σε ένα ιδιόχειρό του σημείωμα, που βρέθηκε στο Αρχείο του Σίμου, γραμμένο σε ταβέρνα, και «περί ώραν δωδεκάτην», χαρακτηρίζει ο ίδιος τον εαυτό του Υπαρξιστή...
Στον Υπέροχο φίλο της χαράς Σίμο.
Πίνουμε, σκεφτόμαστε, μεθούμε!
Πλάι στον Αρχηγό μας.
Αλήθεια, τι ποθούμε; Τι ποθούμε;
Πλαταίνουμε ωραία το εγώ μας.


 Η ποίησή του, μιλά από μόνη της. Και όπως είπε η ποιήτρια, Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ:
«Όλη η ποίηση του Καρούζου είναι Ύπαρξη και μόνο Ύπαρξη...»
Όπως λέει ο περίφημος στίχος του
“- Δεν σε βλέπω απόψε καλά τι έχεις;…
- Έχω ύπαρξη…”
Ή Πιστεύω εις έναν Ποιητήν εκτός ουρανού και επί γης εξόριστο που λέει η τρέλα μ’ αρέσει
Πιστεύω εις ένα Ποιητήν που λέει:
η τρέλα μ’ αρέσει, γελοιοποιεί την ύπαρξη.
(Νίκος Καρούζος, C R E D O)


πηγή: artinews

Τετάρτη 9 Μαρτίου 2016

Ναζίμ Χικμέτ – ή Ελλάδα ή Κόσμος 2016




Η ζωή δεν είναι παίξε -γέλασε
Πρέπει να τήνε πάρεις σοβαρά
Τόσο μα τόσο σοβαρά
Που έτσι, να πούμε, ακουμπισμένος
σ’έναν τοίχο
με τα χέρια σου δεμένα
Ή μέσα στ’αργαστήρι
Με λευκή μπλούζα και μεγάλα
ματογυάλια
Θε να πεθάνεις, για να ζήσουνε οι
άνθρωποι,
Οι άνθρωποι που ποτέ δεν θα ‘χεις δει
το προσωπό τους
και θα πεθάνεις ξέροντας καλά
Πως τίποτα πιο ωραίο, πως τίποτα
πιο αληθινό
απ’ τη ζωή δεν είναι.
Πρέπει να τήνε πάρεις σοβαρά
Τόσο μα τόσο σοβαρά

Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2016

Πέντε μικρὰ θέματα & 13.12.43 - Του Μ. Αναγνωστάκη




Πέντε μικρὰ θέματα

Ι
Μὲς στὴν κλειστὴ μοναξιά μου
Ἔσφιξα τὴ ζεστὴ παιδική σου ἄγνοια
Στὴν ἁγνὴ παρουσία σου καθρέφτισα τὴ χαμένη ψυχή μου.
Ἐμεῖς ἀγαπήσαμε. Ἐμεῖς
Προσευχόμαστε πάντοτε. Ἐμεῖς
Μοιραστήκαμε τὸ ψωμὶ καὶ τὸν κόπο μας
Κι ἐγὼ μέσα σὲ σένα καὶ σ᾿ ὅλους.

ΙΙ
Ἴσκιοι βουβοὶ ἀραγμένοι στὴ σκάλα
Μάτια θολὰ ποὺ κράτησαν εἰκόνες θαλασσινὲς
Κύματα μὲ τὴ γλυκιὰν ἀγωνία στὴν κάτασπρη ράχη
Γυμνὸς κυλίστηκα μέσα στὴν ἄμμο μὰ δὲν ὑποτάχτηκα
Καὶ δὲν ἀγάπησα μόνον ἐσένα ποὺ τόσο μὲ κράτησες
Ὅπως ἀγάπησα τὰ ναυαγισμένα καράβια μὲ τὰ τραγικὰ ὀνόματα
Τοὺς μακρινοὺς φάρους, τὰ φῶτα ἑνὸς ἀπίθανου ὁρίζοντα
Τὶς νύχτες ποὺ γύρευα μόνος νὰ βρῶ τὸ χαμένο ἑαυτό μου
Τὶς νύχτες ποὺ μόνος γυρνοῦσα χωρὶς κανεὶς νὰ μὲ νιώσει
Τὶς νύχτες ποὺ σκότωσα μέσα μου κάθε παλιά μου αὐταπάτη.

ΙΙΙ
...

IV
Κάτω ἀπ᾿ τὰ ροῦχα μου δὲ χτυπᾶ πιὰ ἡ παιδική μου καρδιὰ
Λησμόνησα τὴν ἀγάπη πού ῾ναι μόνο ἀγάπη
Μερόνυχτα νὰ τριγυρνῶ χωρὶς νὰ σὲ βρίσκω μπροστά μου
Ὁρίζοντα λευκὲ τῆς ἀστραπὴς καὶ τοῦ ὄνειρου
Ἔνιωσα τὸ στῆθος μου νὰ σπάζει στὴ φυγή σου
Ψυχὴ τῆς ἀγάπης μου ἀλήτισσα
Λεπίδι τοῦ πόθου μου ἀδυσώπητο
Νικήτρα μονάχη τῆς σκέψης μου.

V
Χαρά, Χαρά, ζεστὴ ἀγαπημένη
Τραγούδι ἀστείρευτο σὲ χείλια χιμαιρικὰ
Στὰ γυμνά μου μπράτσα τὸ εἴδωλό σου συντρίβω
Χαρὰ μακρινή, σὰν τὴ θάλασσα ἀτέλειωτη
Κουρέλι ἀκριβὸ τῆς πικρῆς ἀναζήτησης
Ἄσε νὰ φτύσω τὸ φαρμάκι τῆς ψεύτρας σου ὕπαρξης
Ἄσε νὰ ὁραματιστῶ τὶς νεκρὲς ἀναμνήσεις μου
(Ἀνελέητο κύμα τῆς νιότης μου).
Ὢ ψυχὴ τὴν ἀγωνία ἐρωτευμένη!

Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2015

ιδίως.προπάντων.κυρίως

hopper.nighthawks

by kobarsos

Η ματαιοδοξία κάνει όλους τους ανθρώπους
προβλέψιμους, ακόμα κι αυτούς που σκίζουν
τα ιμάτιά τους πως τους αφήνει αδιάφορους.
Ιδίως αυτούς.
Τα λόγια μας είναι οι πράξεις μας. Δεν έχουμε άλλη φωνή
αλήθειας, ούτε κι άλλη ταυτότητα.
Οι λέξεις μας να σημαίνουν. Τα ναι και τα όχι μας.

Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2015

Οι δεινόσαυροι, εμείς


 
Οι δεινόσαυροι, εμείς
 
Γεννημένοι έτσι
να είμαστε έτσι

καθώς τα ασβεστωμένα πρόσωπα χαμογελούν
καθώς ο κ. Θάνατος γελά
καθώς οι ανελκυστήρες κόβονται
καθώς τα πολιτικά τοπία διαλύονται
καθώς το αγόρι στο σούπερ μάρκετ έχει πτυχίο πανεπιστημίου
καθώς τα μολυσμένα ψάρια ξεστομίζουν τις μολυσμένες προσευχές τους
καθώς ο ήλιος κρύβεται
 
είμαστε
γεννημένοι έτσι
να είμαστε έτσι

με αυτούς τους προσεκτικά τρελούς πολέμους
με την όψη σπασμένων παραθύρων σε εργοστάσια να ατενίζουν το κενό
με μπαρ όπου οι θαμώνες δεν μιλούν πλέον μεταξύ τους
με τσακωμούς που καταλήγουν σε πυροβολισμούς και μαχαιρώματα
 
γεννημένοι έτσι

με νοσοκομεία που είναι τόσο ακριβά που είναι φθηνότερο να πεθάνεις
με δικηγόρους που χρεώνουν τόσο ακριβά που είναι φθηνότερο να δηλώσεις ένοχος

Παρασκευή 19 Ιουνίου 2015

Γράμμα από τον παράδεισο των ποιητών…

symfvnia-gefyra


Αντί οποιασδήποτε ανάλυσης από το blog, παρατίθεται ένας λόγος καθαρός στη θέση της. Ένας λόγος που έρχεται από το βάθος της ιστορίας ενός λαού που εκτός από τεχνικότητες, οικονομικές προσεγγίσεις που καλύπτουν την εξαθλίωση με όρους, έχει μάθε να δακρύζει και να συναισθάνεται με το λόγο των ποιητών του…

“Ήδη, σας το είπα. Είναι η βαρβαρότητα. Τη βλέπω να ‘ρχεται μεταμφιεσμένη, κάτω από άνομες συμμαχίες και προσυμφωνημένες υποδουλώσεις. Δεν θα πρόκειται για τους φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά για μεθοδευμένη και οιονεί επιστημονική καθυπόταξη του ανθρώπου. Για τον πλήρη εξευτελισμό του. Για την ατίμωσή του.
 
Οπότε αναρωτιέται κανείς: Για τι παλεύουμε νύχτα μέρα κλεισμένοι στα εργαστήριά μας; Παλεύουμε για ένα τίποτα, που ωστόσο είναι το παν.

Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2015

Κυνήγια


by ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΑΚΟΣ


Γράμμα στους κυνηγούς της εκλογικής μου περιφέρειας

Φίλε κυνηγέ σου προτείνω αντί να κάνεις πόλεμο και να γυαλίζεις όπλα να καθίσεις σπίτι σου και να γαμήσεις. Κι αν σου είναι δύσκολο το γαμήσι μπορείς να τον παίξεις. Δόξα το γιου πόρν η τεχνολογία μπορεί να σου δώσει ιδέες και θάρρος. Αυτή την αισχρή μαλακία που έχεις ονομάσει σπορ, κάνοντας τη σφαγή καρναβάλι και διασκέδαση, νομίζω πως πρέπει να την κόψεις. Δεν είμαι οικολόγος και δεν ξέρω τι σημαίνει να είσαι οικολόγος. Ξέρω βεβαίως διάφορους μαλάκες που βάζουν πέτρες στο καζανάκι και δουλεύουν στο φουλ τα κλιματιστικά στη Σόλωνος γράφοντας οικολογικά άρθρα για την πράσινη ανάπτυξη και την πράσινη σκατούλα τους. Ξέρω επίσης κι αυτούς που σας ανέχονται και δεν νιώθουν αηδία με την τόση αγριότητά σας. Αλλά είπαμε, είναι ο ασύνειδος ρομαντισμός των μικροαστών που τους κάνει να μην αηδιάζουν με τίποτε. Ούτε βεβαίως μ’ αυτούς που τους έχουν για θήραμα και τους μακελεύουν όπως εσείς μακελεύεται παπιά, φάσες, κιρκινέζια, σιταρίθρες, γερμάνια, κρινέλια, σπαθομύτες, βατοπούλια, τσιλιβίδια, ψαροφάγους, τουρλίδες, ξυλόκοτες, χήνες, συκοπούλες, μπάλιζες, σπίνους, μιγούδια, τρυγόνες, σπέτζους, τρουποφράχτες, θεοπούλια, κοτσύφια, λιάρους, ατσάραντους, κατσουλιέρες, τσόνια, καλημάνες, πέρδικες. Εσείς που γράφεται στ’ αρχίδια σας έναν ολόκληρο κόσμο που ζει και αναπνέει στις ρεματιές, στα βουνά και στα λαγκάδια. Εσείς που με τις ευλογίες του κράτους βγάζετε άδεια δολοφόνου σκορπώντας τον όλεθρο, σπέρνοντας φυσίγγια και σκουπιδαριό, αφού νομίζεται πως η φύση είναι ο μεγάλος καμπινές σας. Εσείς καταπιεσμένα πλασματάκια με τις κοιλιές και τα πατσοκοίλια, που το παίζετε αθλητές και δε μπορείτε να φανταστείτε πόσο πολύ λαχταρούμε εμείς αυτό που εσείς δολοφονείτε. Αυτό που εσείς σκοτώνετε όχι από πείνα αλλά από χόμπι. Γιατί ο φόνος για σας είναι χόμπι και διασκέδαση. Γιατί η διαστροφή σας προστατεύεται από νόμους. Έγραφα κάποτε πως η δυστυχία είναι των πουλιών που δεν μπορούν να πυροβολήσουν. Και το πιστεύω πως τα πουλιά πρέπει να πάρουν κάποτε τα όπλα και να σας γαμήσουν την παναγία. Να σας ζεματήσουν την πέτσα στο νεροχύτη. Να σας καταβροχθίσουν με ρυζάκι, πατατούλες και καλό κρασί. Ω φίλε κυνηγέ, ελπίζω πάντα σ’ ένα θαύμα και σου αφιερώνω ένα παλαιό μου ποίημα.