Αποτελεί μοναδική περίπτωση στο ελληνικό θέατρο για τον τρόπο που χειρίστηκε το αρχαίο δράμα, για το πώς δούλεψε την έννοια του ρυθμού και γιατί τάχθηκε με συνέπεια και αφοσίωση στην Τέχνη.Φωτογραφίες: Aνδρέας Σιμόπουλος / FOSPHOTOS
Συνέντευξη στη Λίνα Ρόκου στις 26.12.2018
Το ραντεβού με τον Άρη Ρέτσο είναι στο Φίλιον. Μου ζητά ευγενικά να κάτσουμε έξω για να καπνίσει. Με το που διαλέγουμε τραπέζι μου λέει «Ας παραγγείλουμε καφέ να πιούμε, ας συζητήσουμε και βλέπουμε πώς θα πάει». Είναι γνωστό πως επιλέγει πού και σε ποιον θα μιλήσει, όπως και σε όλη του την πορεία οι επιλογές του στο θέατρο ήταν καθαρά προσωπικές, όχι με την έννοια του ατομικού αλλά με την αίσθηση βαρύτητας και ευθύνης στο να μη προδώσει αυτό στο οποίο έχει ταχθεί. Καφές για εκείνον, σοκολάτα για εμένα. Πίνουμε και αρχίζουμε να μιλάμε και να μου εξηγεί γιατί δεν είναι σίγουρος αν οι συνεντεύξεις έχουν νόημα, αν όντως βοηθούν έναν δημιουργό να παρουσιάσει το έργο του ή το κοινό να μάθει γι’ αυτό, να τον αναζητήσει, να πάει στο θέατρο. Καθώς τον ακούω αρχίζω να αντιλαμβάνομαι τον τρόπο που συνδέει τα πράγματα, τη ροή των συνειρμών του, τον ρυθμό του. Έχουμε πάρει και οι δύο τον χρόνο μας, άλλωστε είναι η πρώτη φορά που συναντιόμαστε από κοντά. Κάπου εκεί τον ακούω να λέει «Ενδιαφέροντα είναι αυτά που συζητάμε τώρα, άντε πάτα το μαγνητοφωνάκι να γράφει».
Πόσοι ενδιαφέρονται πραγματικά για τα Κίτρινα Γιλέκα ή για τον Κωστόπουλο και τις κλωτσιές που έφαγε; Αν όντως ενδιαφερόντουσαν θα έπρεπε να καεί η Αθήνα όπως έγινε με τον Γρηγορόπουλο. Είναι η ίδια σφαγή· τότε έγινε σε ένα παιδάκι, και τώρα έγινε σ’ έναν άνθρωπο. Εμένα δεν με ενδιαφέρει αν αυτός είναι ντραγκ κουίν ή Στηβ Μακ Κουίν. Εμένα μ’ ενδιαφέρει το γιατί δεν κάηκε η Αθήνα ή γιατί κανείς δεν έπεσε πάνω τους μετά τη δεύτερη κλωτσιά.
Πια ο αντίκτυπος σε σχέση με το γεγονός δεν έχει καμία πυκνότητα. Υπάρχει ένας έρπων φασισμός σε όλες τις διαδικασίες ακόμη και στους εναλλακτικούς κι αυτό θα το καταλάβει κανείς στις διαπροσωπικές σχέσεις και όχι όταν μιλάμε για τα Κίτρινα Γιλέκα. Η απόσταση έχει σημασία. Όταν είσαι μακριά παίρνεις εύκολα θέση, από κοντά όλοι δυσκολεύονται.
Υπάρχει κτηνωδία, δεν υπάρχει εκπαίδευση, δεν υπάρχει μπούσουλας. Όταν αυτά λείπουν τότε εύκολα έρχεται η καταστολή. Όταν έχεις ανθρώπους στον αέρα, είναι εύκολο να τους καταστείλεις.
[Βιογραφικό σημείωμα]

Ο Νίκος Καρούζος αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους Έλληνες Ποιητές του 20ου αιώνα, γεννήθηκε στις 17 Ιουλίου του 1926 στο Ναύπλιο και έφυγε απ’ τη ζωή στις 28 Σεπτεμβρίου του 1990 στην Αθήνα.
Παραθέτοντας κάποια βιογραφικά στοιχεία του, μπορούμε να διακρίνουμε πως η ζωή του ήταν από πολλές απόψεις συνταρακτική και γεμάτη τρικυμίες, ενώ παράλληλα αρνούνταν τις συμβάσεις, ανεξάρτητα από την πρόελευσή τους Ο πατέρας του ήταν δάσκαλος και μέλος του ΕΑΜ και διώχθηκε μετακατοχικά, ενώ η μητέρα του υπήρξε θυγατέρα κληρικού και δσκάλου.
Ο ίδιος ο Ποιητής εντάχθηκε στην νεολαία της ΕΠΟΝ και γνώρισε το σκληρό πρόσωπο της εξορίας, τόσο στην Ικαρία (1947), όσο και στην Μακρόνησο (1951). Οι διώξεις είχαν ως αποτέλεσμα να υποστεί νευρικό κλονισμό και να απολυθεί από την Μακρόνησο το 1953, δίχως ποτέ να υπογράψει δήλωση μετάνοιας. Αντίθετα απ’ ότι θα περίμενε κανείς, λόγω της προηγούμενης διαδρομής του, ο ίδιος δήλωνε ιδεολογικά Αναρχοκομμουνιστής κι όχι Κομμουνιστής, αν και αναγνώριζε πως η Οκτωβριανή Επανάσταση βοήθησε τα μέγιστα στα δικαιώματα υπέρ των εργατών τον 20ο αιώνα.
Αμφισβητούσε δε πως ο θεσμός του κράτους μπορεί να συμβάλει υπό την όποια μορφή του, στην πορεία προς το σοσιαλισμό και την αταξική κοινωνία. Επιπλέον, δεν δέχονταν για τον εαυτό του το χαρακτηρισμό του στρατευμένου ποιητή, δίχως όμως να κατακρίνει γενικότερα τη στράτευση.