Του ΔΙΟΝΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΑΤΟΥ*
Ένα «νοσταλγικό» φάντασμα πλανιέται πάνω από τη χώρα, για τους υπηκόους της οποίας το μνημονιακό «νοικοκύρεμα» προβλέπει, αν όχι για το άμεσο μέλλον σίγουρα πάντως για το... μέλλον, συντάξεις που θα μοιάζουν περισσότερο με επιδόματα κηδείας. Ίσως δε «προβλέπει» και επίσπευση κηδειών, λόγω της «προδιαγεγραμμένης» τύχης των ασφαλιστικών κλάδων περίθαλψης (εκτός εάν πιστεύει κανείς τις «διαβεβαιώσεις» του Μαξίμου ή εάν θεωρεί ότι οι επικείμενες περικοπές θα είναι και οι τελευταίες )…
Το φάντασμα αυτό φιλοδοξεί να «δικαιώσει» παλιούς … βρικόλακες, όπως τα αλήστου μνήμης σχέδια Σπράου (Οκτώβριος 1997) και Γιαννίτση (Απρίλιος 2001) για το ασφαλιστικό. Το κυριότερο: Να ενισχύσει, ει δυνατόν να καταστήσει ακλόνητη την ιδέα, πως εάν ο πολιτικό σύστημα είχε αποτολμήσει και η κοινωνία είχε αποδεχθεί εκείνα τα… αποκυήματα μέγιστης σοφίας, το ασφαλιστικό «δεν θα είχε φθάσει σήμερα ως εδώ». Αντίληψη που εκβάλλει σε μία ευρύτερη: Σε πολλά κοινωνικά και οικονομικά πεδία υποτίθεται πως αν είχαμε επιβάλλει στον εαυτό μας πολλά επί μέρους, «μικρά», «ηπιότερα» μνημόνια, δεν θα φθάναμε στα μεγάλα και τόσο εφιαλτικά…
Βγήκε λοιπόν από το συμβούλιο πολιτικών αρχηγών ο Σταύρος Θεοδωράκης (28/11) και περίτρανα απέδειξε πόσο αβάσιμος είναι ο ισχυρισμός – κλισέ πως «το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω». Το δικό του Ποτάμι γυρίζει πανεύκολα στην εποχή της πρωθυπουργίας Σημίτη, την οποία αμφιβάλουμε αν ποτέ έπαψε να λατρεύει ο Στ. Θεοδωράκης. Για να μας πει, τι, εν προκειμένω; Πως όσοι διαδήλωναν το 2001 εναντίον του σχεδίου Γιαννίτση φέρουν σοβαρές ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση των ταμείων. Ανατριχιάσαμε…
Αλλά μήπως είναι μικρότερο το φταίξιμο και όσων αγανάκτησαν, νωρίτερα, με το «βαθυστόχαστο» πόνημα Σπράου; Όχι, απαντά από το «Βήμα» (29/11) ο Αντώνης Καρακούσης, γεμάτος συγκίνηση για το αριστερό παρελθόν του Σπράου και της οικογένειάς του (ποιος ξέρει, ίσως κάτι τέτοιες αναδρομές θυμίζουν στον Α. Καρακούση και το δικό του αριστερό παρελθόν).
Ένα «νοσταλγικό» φάντασμα πλανιέται, λοιπόν, πάνω από τη χώρα. Καλεί την κοινωνία να ομολογήσει – και πάλι- «συλλογική ενοχή» για τον παλιό «ευδαιμονισμό» της. Καλεί το πολιτικό σύστημα να παραδεχθεί την – επίσης παλιά- «δειλία» του μπροστά στον κίνδυνο του «πολιτικού κόστους» και τη συνακόλουθη απροθυμία του να προβεί σε μια αντιγραφή κινήσεων του Προκρούστη, οι οποίες εδώ και χρόνια ονομάζονται «μεταρρυθμίσεις»…
Αξίζει να δούμε «εκ του σύνεγγυς» αυτή τη φιλολογία, καθώς η… ευγενική αποστολή της μόνο ήσσονος σημασίας δεν είναι: Με όχημα την «αναδρομή» υποβοηθά κάθε νέα, εναντίον του κόσμου της εργασίας, οικονομική και πολιτική επιδρομή…
ΤΕΛΙΚΑ ΤΟ ΑΛΟΓΟ ΣΕΡΝΕΙ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΟ ΚΑΡΟ, ΑΛΛΑ...
Φανταστείτε έναν άνθρωπο που δέχεται δυο σφαίρες κατάστηθα. Την ώρα που μεταφέρεται στην εντατική, ημιθανής, ο δράστης – ελεύθερος και «άνετος» - τον πλησιάζει και του ψιθυρίζει: «Εγώ στα έλεγα… Έπρεπε να είχες κάνει αυτό που σου είχα πει προ 15 ετών για τη χοληστερίνη σου…».
Εάν θεωρείτε αδιανόητο τον σουρεαλισμό της παραπάνω σκηνής, σκεφθείτε πως ανάλογη «λογική» περιβάλλει και τον ανόητο ισχυρισμό ότι τα ασφαλιστικά ταμεία θα βρίσκονταν σήμερα σε αισθητά καλύτερη κατάσταση, εάν είχαν εισακουστεί ο Σπράος, ο Γιαννίτσης ή αμφότεροι. Η μία σφαίρα αντιπροσωπεύει φυσικά το PSI, που αφάνισε το 75% των αποθεματικών. Η δεύτερη, βεβαίως, αντιστοιχεί στη διαμόρφωση μιας κοινωνίας με 1,5 εκατομμύριο ανέργους «επισήμως» - στην πραγματικότητα κατά πολύ περισσότερους.
Η ίδια κοινωνία, το 2008 περιέκλειε 4,5 εκατομμύρια εργαζόμενους και 3,8 εκατ. ανθρώπους που εντάσσονταν στο φάσμα των οικονομικά ανενεργών ή των ανέργων. Κι όμως, σε μία μόλις τετραετία, οι αριθμοί αυτοί αντιστράφηκαν πλήρως! Τον Ιούνιο του 2012, δηλαδή έπειτα από μία διετία «σωτήριας δημοσιονομικής προσαρμογής», η ΕΛΣΤΑΤ κατέγραφε το… αδιανόητο: Οι εργαζόμενοι είχαν μειωθεί στους 3.766.415 (άλλο θέμα πόσο «κανονικά» απασχολούνταν ή κάθε πότε πληρώνονταν) και αυτοί θα έπρεπε να συντηρούν 4.588.507 ανθρώπους. Επρόκειτο για το άθροισμα ανέργων (1.216.410, τότε) και μη ενεργών οικονομικά ατόμων (3.372.097), δηλαδή ηλικιωμένων, παιδιών, σπουδαστών, κλπ. Ναι, πλήρης αντιστροφή, σε τέσσερα χρόνια. Ασύλληπτο, αλλά αληθινό.