Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανατολική Γερμανία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανατολική Γερμανία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2022

Πώς να καταβροχθίσετε μια χώρα

του Κώστα Λουλουδάκη (Ιουλιανος)

Η πτώση του Τείχους ήταν ένα καταλυτικό γεγονός, που επέτρεψε στην Γερμανία να ανασάνει τον καθαρό, από κομμουνιστικούς βάκιλους, αέρα της επανένωσης και όλο τον πλανήτη να ανακουφίζεται από το «τέλος της Ιστορίας» με την έννοια της εξελικτικής διαδικασίας και τον θρίαμβο της «ορθότητας της φιλελεύθερης δημοκρατίας». Αυτά τα έγραψε το 1989, αμέσως μετά την πτώση του Τείχους  σε ένα άρθρο του στο περιοδικό National Interest  και τα επανέλαβε το 1992 στο βιβλίο του με τίτλο «The End of History and the Last Man»,  ο νεοφιλελεύθερος στοχαστής Francis Fukuyama.

Ούτως ή άλλως, όλες οι «πληροφορίες» παρουσιάζουν τα κράτη της «άλλης» μεριάς του «σιδηρούν παραπετάσματος» ως ολοκληρωτικά, απολυταρχικά υπερ-κράτη, που δρούσαν αρνητικά σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα: δεν επιτρεπόταν αυτό, απαγορευόταν εκείνο, δεν είχαν το άλλο, τρώγανε στα συσσίτια, τους παρακολουθούσαν νυχθημερόν ανελέητοι επόπτες και μοχθηροί κατάσκοποι.

Ένα προσθετό χαρακτηριστικό αυτής της προσέγγισης είναι, πως παρουσιάζει τα σοσιαλιστικά κράτη ως ενιαία, μονοκόμματα και στάσιμα.   

Μακάρι να ήταν έτσι!

Πέμπτη 13 Ιουλίου 2017

Πρεκαριάτο: Η βάση της γερμανικής ανάπτυξης



Μπέρτολντ Χούμπερ, πρόεδρος μεταλλεργατών: «Για τον Θεό, πέρυσι είχαμε από τα μεγαλύτερα κέρδη στην ιστορία. Υπό συνθήκες όπως αυτές, θα πρέπει να αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους αξιοπρεπώς και δίκαια.»

Το ότι η μεταπολεμική ανοικοδόμηση της -τότε Δυτικής- Γερμανίας οφείλεται στην αμέριστη υλική βοήθεια της Δύσης είναι γνωστό. Εκείνο για το οποίο δεν γίνεται πολύς λόγος είναι το πού οφείλεται η εξαιρετική αντοχή τής -ενιαίας πλέον- Γερμανίας στην σοβούσα καπιταλιστική κρίση, κατά την διάρκεια της οποίας μάλιστα έχει να παρουσιάσει μερικά αξιοθαύμαστα επιτεύγματα όπως π.χ. η μείωση του επίσημου ποσοστού ανεργίας στο ιστορικά χαμηλό 3,9% τον Δεκέμβριο του 2016. Είναι όντως παράδοξο το γεγονός ότι όλοι μιλούν για ένα σύγχρονο γερμανικό οικονομικό θαύμα αλλά κανείς δεν τολμάει να πει ότι θαύματα δεν γίνονται και να δώσει κάποια λογική εξήγηση.

Γνωρίζοντας ότι ξύνομαι στην γκλίτσα τού τσοπάνη, θα τολμήσω να πω ότι ακρογωνιαίος λίθος τού γερμανικού «θαύματος» είναι η αύξηση της φτώχειας και της ανισότητας. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και ο Spiegel διαπιστώνει: «Χώρες από όλον τον κόσμο ζηλεύουν την οικονομική επιτυχία της Γερμανίας και την βλέπουν ως πρότυπο. Όμως, μια πιο προσεκτική ματιά αποκαλύπτει μια πολύ πιο ζοφερή πραγματικότητα. Μόνο λίγοι επωφελούνται από την οικονομική έκρηξη, την ώρα που οι μισθοί μένουν στάσιμοι και οι επισφαλείς συνθήκες εργασίας δυσκολεύουν εκατομμύρια ανθρώπων να τα βγάλουν πέρα (…) Ο κόσμος της εργασίας είναι αποδιοργανωμένος. Από την μια, υπάρχουν διευθυντικά στελέχη, ειδικοί και μέλη του βασικού εργατικού δυναμικού, οι οποίοι επωφελούνται από το ότι σπανίζουν οι καλά εκπαιδευμέοι εργαζόμενοι. Από την άλλη, είναι μια δεξαμενή εργαζομένων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ανάλογα με τις ανάγκες και μετά να απολυθούν, μέσω ειδικών συμβάσεων μερικής ή προσωρινής απασχόλησης. Πολλοί απ’ αυτούς εργάζονται εκτός των διατάξεων των συλλογικών διαπραγματεύσεων». (*)

Όλα άρχισαν στα τέλη της δεκαετίας τού 1980, με την προσάρτηση (**) της Γερμανικής Λ.Δ. στην Δυτική (Ομοσπονδιακή) Γερμανία. Η λεηλασία τής περιουσίας της προσαρτώμενης χώρας γέννησε στρατιές άνεργων γερμανών, οι οποίοι απετέλεσαν μια θαυμάσια δεξαμενή φτηνών και -κυρίως- μη συνδικαλισμένων εργατών, πρόθυμων να δουλέψουν για ψίχουλα, προκειμένου να επιβιώσουν σε συνθήκες πρωτόγνωρες γι’ αυτούς. Φυσικά, το γερμανικό κεφάλαιο χρησιμοποίησε αυτό το φτηνό εργατικό δυναμικό ως μοχλό για να συμπιέσει την αμοιβή της εργασίας και τα εργατικά δικαιώματα σε ολόκληρη την χώρα. Το συγκεκριμένο σκηνικό ευνοήθηκε και από την αποπληθωριστική πολιτική που υιοθέτησε τότε η Μπούντεσμπανκ (και κατόπιν, βεβαίως, η ΕΚΤ), η οποία είχε ως στόχο την σταθεροποίηση του επιχειρησιακού κόστους ώστε να ενισχυθούν οι εξαγωγές. Τελικό αποτέλεσμα όλης αυτής της σκηνοθεσίας ήταν η μείωση της πραγματικής αμοιβής τής εργασίας, η οποία υπολογίζεται σε 4,5% μόνο κατά την προηγούμενη δεκαετία.

Δευτέρα 6 Μαρτίου 2017

Ήταν κάποτε μια χώρα

Το σωτήριο έτος 1989 το τείχος που χώριζε στα δύο μια παλιά αυτοκρατορική πρωτεύουσα και μια χώρα που προκάλεσε με την πολιτική της δύο παγκόσμιους πολέμους μέσα σε μόλις τριάντα χρόνια κατέρρευσε από το πλήθος του κόσμου που μαζικά αγνόησε τις μέχρι εκείνη την στιγμή απειλές και απαγορεύσεις.  

Είχε προηγηθεί η πιστοποίηση της ανικανότητας και της απροθυμίας της ακόμα και τότε υπερδύναμης να παρέμβει δυναμικά στην ανατολική Ευρώπη.


Η Μόσχα δια του Γκορμπατσώφ και της περίφημης «περεστρόικα» είχε αποδεχτεί και διαλαλήσει στα πέρατα της οικουμένης την αδυναμία της να ανταποκριθεί στον ρόλο του αντίπαλου δέους του καπιταλισμού και, ουσιαστικά, είχε δώσει το πράσινο φως στους Γερμανούς να προχωρήσουν σε αυτό που λίγα χρόνια νωρίτερα φαινόταν εντελώς αδιανόητο και απίθανο.


Οι Γερμανοί προχώρησαν στην επανένωση, κάνοντας απανωτά λάθη και χωρίς καμία απολύτως μεθοδικότητα, βάζοντας σε θανάσιμο κίνδυνο την οικονομία τους.


Άλλαξαν λοιπόν πάρα πολύ νωρίς, και με λάθος ισοτιμία το ανατολικογερμανικό με το δυτικογερμανικό μάρκο.


Από οικονομική άποψη, η ισοτιμία των δύο νομισμάτων θα έπρεπε να ήταν 1 προς 7, αλλά για καθαρά πολιτικούς λόγους -και εξαιτίας της δίψας του Κολ να μπει στο πάνθεο των ηρώων της Γερμανικής ιστορίας-, η ανταλλαγή έγινε με την εξωφρενική ισοτιμία ένα προς ένα, γεγονός που οδήγησε στην τρομακτική υπερτίμηση του ανατολικογερμανικού νομίσματος, με αποτέλεσμα την κατάρρευση των επιχειρήσεων στο ανατολικό τμήμα της χώρας, τα προϊόντα των οποίων δεν έβρισκαν πλέον αγορές.


Έτσι, χιλιάδες επιχειρήσεις έκλεισαν και η ανεργία στην πρώην Λ.Δ.Γ άγγιξε επίπεδα μνημονιακής Ελλάδας.


Στο πρώτο αυτό λάθος προστέθηκε κι ένα δεύτερο ακόμα μεγαλύτερο, αφού το υψηλού επιπέδου και κόστους σύστημα κοινωνικών ασφαλίσεων της Δυτικής Γερμανίας τέθηκε μέσα σε ένα βράδυ σε ισχύ και στην πρώην Ανατολική Γερμανία εκεί που οι εισφορές των πολιτών σε αυτό υπήρξαν πριν μηδενικές.


Τα δισεκατομμύρια μάρκα που διοχετεύτηκαν σε αυτήν την τρύπα λίγο έλειψε να τινάξουν το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας στον αέρα.


Στα παραπάνω προστέθηκε και η σχετικά γρήγορη εξομοίωση των μισθών στο ανατολικό με το δυτικό κομμάτι, γεγονός που υπονόμευσε ακόμα περισσότερο την βιωσιμότητα των ανατολικογερμανικών επιχειρήσεων και αύξησε την ανεργία.


Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ήρθαν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές των Κολ και Σόιμπλε, τότε υπεύθυνου για την «αξιοποίηση της περιουσίας της πρώην Ανατολικής Γερμανίας» για να δέσει το γλυκό.


Μονάχα να σκεφτεί κανείς τον τρόπο με τον οποίο ο Σόιμπλε αντιμετώπισε τους ομοεθνείς του και μπορεί σχεδόν να συγκινηθεί με τον ουμανισμό και την αβρότητα με την οποία αντιμετώπισε τους γκιαούρηδες του Ευρωπαϊκού νότου.


Κι έτσι περίπου την εποχή που έπεφταν οι τίτλοι του τέλους για την Σοβιετική Ένωση, η οικονομία της Γερμανίας έμοιαζε με μια μπουκωμένη ατμομηχανή έτοιμη να εκραγεί και να παρασύρει στην καταστροφή και την δυτική Ευρώπη μαζί με την ΕΕ.


Το κόστος της επανένωσης άλλωστε έφτανε τα 3 τρισεκατομμύρια και η Γερμανία δεν έδειχνε ικανή να τα πληρώσει.


Τότε εμφανίστηκε ξανά ως από μηχανής θεός στο πολιτικό προσκήνιο η σοσιαλδημοκρατία, το SPD και ο τότε αρχηγός του ο Σρέντερ.