Μιας και έχουν γραφτεί πολλά για τον Τάσο Θεοφίλου, για το ποιός είναι, για τι κατηγορείται, σε τι μη-βάση στέκεται το κατηγορητήριο του κλπ, κάθε επιπλέον σχόλιο από μεριάς μου θα ήταν περιττό. Όμως θα ήταν τραγική αβλεψία, αν δεν επεσήμαινα πως το κείμενο που ακολουθεί, είναι ο ορισμός της ανάληψης της πολιτικής ευθύνης. Όχι αυτής που σηκώνει το βάρος μιας πράξης, αλλά μιας ανάληψης η οποία σηκώνει στην πλάτη της ολόκληρη την ύπαρξη ενός πολιτικού ατόμου.
Με άπειρο σεβασμό λοιπόν προς το πρόσωπο του Τάσου Θεοφίλου, και στην στάση του απέναντι στο εκδικητικό δικαστικό σύστημα, ακολουθεί το κάτωθι κείμενό του.
Καλή ανάγνωση.
——————————————–
Στις 21 Νοεμβρίου έπειτα απο αναβολή εννέα μηνών ξεκινάει το εφετείο μου, τρία χρόνια σχεδόν από τη λήξη της δίκης μου σε πρώτο βαθμό, στην όποια μου επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης 25 ετών για τα σχετιζόμενα με την ληστεία στις 10/8/2012 στην Πάρο γεγονότα, για τις κατηγορίες της απλής συνέργειας σε ανθρωποκτονία και της ληστείας, απαλλάσσοντας με κατά πλειοψηφία από αυτές της συμμετοχής μου στη ΣΠΦ και της ανθρωποκτονίας ως άμεσο αυτουργό. Μια πολιτικά -και όχι δικαστικά- συμβιβαστική απόφαση, αποτέλεσμα της σύγκρουσης μεταξύ της αστυνομικής και μιντιακής επένδυσης που έγινε στη συγκεκριμένη υπόθεση κατά τις ημέρες της σύλληψής μου από τη μια και της απουσίας οποιουδήποτε στοιχείου καθώς και της αλληλεγγύης που εκφράστηκε τόσο στο ακροατήριο όσο και σε επίπεδο αντιπληροφόρησης από την άλλη. Έτσι προέκυψε η προσωρινή σολομώντεια λύση της μερικής απαλλαγής μου από τις κατηγορίες, μεταθέτοντας την προοπτική της τελικής απόφασης για το εφετείο. Δεδομένου μάλιστα ότι εκτός από την πλευρά μου, που άσκησε έφεση υπέρ της πλήρους απαλλαγής μου από τις κατηγορίες, έφεση «υπέρ του νόμου» άσκησε επίσης ένας κύριος Δράκος, κάποιος εισαγγελέας που προφανώς επιλέχθηκε λόγω ονόματος και προκειμένου να επιτευχθεί ένας ακόμα συμβολισμός στο παραμύθι της αντιτρομοκρατικής, αξιοποιώντας τη διχογνωμία μεταξύ του προεδρεύοντος κυρίου Χατζηαθανασίου, ο οποίος ψήφισε την καταδίκη μου για όλες τις κατηγορίες κατά το κατηγορητήριο, και των δύο άλλων μελών της έδρας, τα όποια επέλεξαν την πιο ήπια λύση που τελικά πλειοψήφησε. Ο κύριος Δράκος λοιπόν μάλλον έκρινε ότι 25 χρόνια κάθειρξης χωρίς στοιχεία δεν είναι αρκετά, μετατρέποντας με αυτόν τον τρόπο το εφετείο απλώς σε μια επανάληψη της πρωτόδικης διαδικασίας, αφού έστω και οι σολομώντειες για κάποια αδικήματα αθωωτικές αποφάσεις με αυτόν τον τρόπο ακυρώθηκαν, ανοίγοντας ξανά την πιθανότητα όχι μόνο να μην απαλλαχθώ από όλες τις κατηγορίες αλλά η τελική μου ποινή να είναι μεγαλύτερη της ισόβιας κάθειρξης.