Πέμπτη 30 Ιουνίου 2016

Tα κορίτσια συζητάνε μόνα η δυό-δυό

GIRLS CAFE

Τα δύο όμορφα κορίτσια, λίγο πάνω από τα τριανταπέντε, ήρθαν το ένα πίσω από το άλλο και κάθισαν στο διπλανό μου τραπέζι. Περίμενα τον συνάδελφο μου τον Μάκη, που συνήθως φεύγει καθυστερημένα από το γραφείο. Και όταν περιμένω κάποιον, αντί να παίζω με το κινητό μου προτιμώ να χαζεύω τους άλλους ανθρώπους. Όταν μάλιστα είναι και κορίτσια, σαν και αυτά που ήρθαν δίπλα μου.

Και μάγος να μην είσαι, όταν ακούς την μία να λέει στην άλλη «Πω, πω, καθόλου δεν άλλαξες» ή «Και εσύ το ίδιο είσαι. Όπως τότε στην σχολή», δεν μπορεί παρά να καταλάβεις, ότι είχαν χρόνια να συναντηθούν.


Αν τις βλέπεις κιόλας να αγκαλιάζονται και να κοιτάει η μια την άλλη από την κορυφή μέχρι τα νύχια, υποψιάζεσαι ότι θα ακούσεις τα πάντα.


Έπινα τον καφέ μου ρίχνοντας λοξές ματιές στο διπλανό τραπέζι.
Περίμενα να αρχίσουν, να λένε τα δικά τους.


«Ε, δεν το φανταζόμουνα» είπε η μια από τις δύο, μια λεπτή κοπέλα που φορούσε ένα μπλε ταγιέρ με άσπρο πουκάμισο και μαύρες γόβες. Ήταν αυστηρή στην εμφάνιση και σίγουρα θα ερχόταν στο ραντεβού μετά από την δουλειά της.


«Έπρεπε βρε να δω το αίτημα ρύθμισης του δανείου σου, για να συναντηθούμε;» συνέχισε. «Λέω, δεν μπορεί, αυτή θα είναι από το Φυσικομαθηματικό. Θα της τηλεφωνήσω και, αν με θυμάται, έχει καλώς».

«Έκανες πολύ καλά» της είπε η άλλη. «Ούτε που φανταζόμουνα ότι η Υπεύθυνη ρύθμισης καθυστερημένων οφειλών, που με παρέπεμψαν από το Κατάστημα, θα είναι η Μαργαρίτα Φραγκοπούλου, η παλιά μου συμφοιτήτρια».


Η άλλη κοπέλα, αυτή που υπέβαλε το αίτημα, ήταν απλά ντυμένη. Έδειχνε χαλαρή, και η πρώτη μου εντύπωση ήταν το φωτεινό της χαμόγελο.


Λέγανε στην αρχή για τις δουλειές τους.
Η μία σε τράπεζα εργαζόταν και η άλλη έψαχνε για δουλειά. Πολλά χρόνια, όπως την άκουσα να λέει.


«Τι μου λες, ρε παιδί μου;» της είπε η τραπεζικός, «τόσα χρόνια και ακόμη διορισμό περιμένεις; Εγώ, με το πού τελειώσαμε το Πανεπιστήμιο, σε δύο μήνες προσλήφθηκα στην Τράπεζα. Στην αρχή ξεκίνησα από γκισέ, αλλά σε ένα χρόνο πέρασα στην εξυπηρέτηση πελατών. Έπεσα στην εποχή που είχανε μεγάλη ζήτηση τα στεγαστικά, έπιασα τους στόχους και σε πέντε χρόνια έγινα Υποδιευθύντρια σε Κατάστημα. Πήγα καλά και πέρυσι πήρα νέα προαγωγή και πήγα στα Κεντρικά. Είμαι τώρα στην Διεύθυνση Καθυστερημένων οφειλών. Και έτσι σε πέτυχα και είμαστε σήμερα μαζί. Θα το τακτοποιήσουμε το θέμα σου. Μη σε νοιάζει Χα, χα…»


Το γέλιο της όμως δεν μου άρεσε. Μου φάνηκε λίγο ψυχρό και υποκριτικό.
Έδειχνε μια υπεροχή για το γεγονός ότι η επαγγελματική της μοίρα ήταν πολύ καλύτερη από αυτή της φίλης της.


«Ρε ποια μου θυμίζει, ποια μου θυμίζει» σκεφτόμουνα. «Πού θα μου πάει; θα τη βρω».
Να πω όμως την αλήθεια, εμένα εντύπωση μου έκανε η άλλη κοπέλα. Ίσως γιατί ήταν ήρεμη και δεν έδειχνε κανένα σύμπλεγμα για την μειονεκτική θέση στην οποία βρισκόταν.


Και συνεχώς ήταν χαμογελαστή. Της εξιστορούσε με μια απέραντη ηρεμία ότι, αν και πήρε άριστα σε κάποιες γραπτές εξετάσεις για την πρόσληψη της σε ένα Οργανισμό, είχε κοπεί στις προφορικές.
Τι ξέγνοιαστο κορίτσι Θεέ μου! Ήταν πραγματικά ανέμελο η μήπως ήταν καμία γραψαρχίδω;
Και η άλλη, αυτή η τραπεζικός, που είχε και την δουλειά της και δεν ήταν και άσχημη, γιατί έδειχνε έτσι αγχωμένη; Ποιος ξέρει τι μπορεί να την απασχολούσε; Δεν θα έπρεπε να βιαστώ να βγάλω τα συμπεράσματά μου.


Όμως, όμως όσο τις άκουγα να μιλάνε για τα χρόνια τα παλιά, για τις πρώτες τους σχέσεις μέσα στο Πανεπιστήμιο και για τις φιλίες που χάθηκαν, διαπίστωνα ότι αυτές οι δύο γυναίκες θα πρέπει να είχαν πολλές διαφορές.


Η μία, η τραπεζικός, έδειχνε μια πειθαρχημένη γυναίκα που είχε επιβάλλει μια τάξη στην ζωή της. Παντρεύτηκε, στα είκοσι τέσσερα, κάποιο Παναγιώτη, συμφοιτητή τους από το Πανεπιστήμιο, είχε κάνει κιόλας δυο παιδιά και είχε επιμεληθεί η ίδια την κατασκευή μιας καινούργιας μεζονέτας.
Μιλούσε, αυτή η τραπεζικός, στην άλλη, που δεν ΄πρέπει να ‘χε κάνει τίποτα στη ζωή της, για αυτά που είχε πετύχει, λες και έκανε παρουσίαση σε συνέδριο πωλήσεων εμπορικής εταιρείας.
Φορούσε και αυτό το γαμημένο μπλε ταγιέρ, που εγώ δεν χωνεύω γιατί το ίδιο φοράει κάθε μέρα και η Human Resources Manager της Εταιρείας μας, ε δεν χρειάστηκε και πολύ για να αρχίσει το πρόσωπο της να μου βγάζει μια ξινίλα.


Η άλλη, η άλλη που δεν είχε και δουλειά, μιλούσε για τον μεγάλο συμβιβασμό με την πραγματικότητα. Ζούσε με τις γονείς της ακόμη.
Ακουγόταν σαν μην είχε τίποτα πετύχει στη ζωή της. Και όμως, ήταν χαμογελαστή.
«Τι περίεργοι που είναι οι άνθρωποι;» προβληματίστηκα. «Δεν μπορεί, κάτι άλλο, κάτι άλλο θα υπάρχει που κάνει την μια να δείχνει στριμμένη και την άλλη άγγελο».


Η κουβέντα των κοριτσιών προχωρούσε. Άλλαζαν συνεχώς θεματολογία. Από θέματα υγείας των δικών τους μέχρι άσχετες μ@λακίες.
Η μία, αυτή η τραπεζική υπάλληλος, είχε τρεξίματα με τη μάνα της που έπαθε Alzheimer, η άλλη με το αδελφό της, που κάπου στα σαράντα πέρασε ένα ψιλοεμφραγματάκι.
Στην μία κόψανε το επίδομα γάλακτος από την Τράπεζα και στην άλλη, αυτή με το όμορφο χαμόγελο, το κουνέλι της είχε διάρροια.


Δεν με ενδιέφεραν και πολύ αυτά που άκουγα. Tι με ένοιαζε εμένα εάν η τράπεζα έκοψε το επίδομα για το γάλα των παιδιών της στην μία η ένα τα καρότα του μανάβη πειράξαν το κουνέλι της άλλης; Ας φάει μαρούλια.
Nά βάλει βέβαια το χέρι του ο Θεός, για να γίνει καλά η μαμά της μίας και να βάλουν το χέρι τους όλοι μαζί οι υπόλοιποι άγιοι ώστε να ξεπεράσει το έμφραγμα ο αδελφός της άλλης.
Αλλά εγώ, άλλα περίμενα να ακούσω.


«Δεν μπορεί» σκέφτηκα, «Ωραίες είναι και οι δύο τους. Θα πουν κάτι και για τους άντρες τους η τους γκόμενους τους. Μόνο για τους άλλους θα λένε;»
Και αρχίσανε επιτέλους να μιλάνε για τα προσωπικά τους.
Τον λόγο πήρε πρώτη αυτή που εργαζόταν στην Τράπεζα.
Το έχουν οι τραπεζικές, όταν σε ρωτάνε. Λες και συμπληρώνουν ενημερωτικό δελτίο πληροφορίων. Είναι στυγνές και κοφτές.


«Για μένα, σου είπα στην αρχή» ξεκίνησε, «έχω παντρευτεί τον Παναγιώτη και έχω ήδη δυο παιδιά. Δέκα και δώδεκα. Αγόρι και κορίτσι. Έλα τώρα, πες μου εσύ τα δικά σου. Βγαίνεις με κανέναν;»
-Ε ναι. Βγαίνω με ένα παιδί. Εντάξει …δεν είναι και παιδί.
-Τι; Είναι κανένας μεγάλος; Πόσο χρονών είναι; Πω, πω…. Δεν τους μπορώ τους θείους. Ευτυχώς ο Παναγιώτης είναι συνομήλικός μας. Απο το Πανεπιστήμιο είμαστε μαζί. Για πες μου λοιπόν είναι κανένας ηλικιωμένος;
-Ε ! Δεν τον λες και τεκνό. Πρέπει να ’χει καβατζάρει τα πενήντα, δεν τον έχω ρωτήσει όμως.. Από κάτι λεγόμενα του, για το πότε τέλειωσε Πολυτεχνείο, έχω καταλάβει πάνω-κάτω πόσο είναι. Βάφει όμως τα μαλλιά του και κερδίζει καμιά πενταετία.


-Τι; Βάφει και τα μαλλιά του; Ευτυχώς ο Παναγιώτης δεν έχει ούτε μία άσπρη τρίχα.
– Ε αυτός φαίνεται είχε. Δεν το είχα καταλάβει, γιατί δεν του φαινόταν, αλλά αυτός ο βλάκας μόνος του μου το είπε. Δεν βαριέσαι, ρε Μαργαρίτα. Να’ τανε αυτό μόνο.
Καμάρωνε η μαλακισμένη, αυτή της Τράπεζας δηλαδή, γιατί έδειχνε να ξεκινάει τον μεγάλο αγώνα σύγκρισης με γκολ από τα αποδυτήρια. Βγήκε στην επίθεση για να αυξήσει και άλλο την διαφορά.
– Όμορφος είναι; Με ξέρεις τώρα εμένα από το Πανεπιστήμιο. Ποτέ δεν έβγαινα με ασχημάντρα. Γι’ αυτό και διάλεξα τον Παναγιώτη, που ήταν ο πιο όμορφος της σχολής. Θυμάσαι πως τον είχανε βγάλει οι άλλες; Ο Brad Pit της Φυσικομαθηματικής. Για πες μου λοιπόν είναι όμορφος ο δικός σου;
-Ε!. Άσχημο δεν τον λες. Δεν είναι όμως και ο Κλούνει.


– Δεν πειράζει μωρέ. Ψηλός; Είναι ψηλός; Τρελαίνομαι για ψηλούς άντρες.
Ο Παναγιώτης είναι κοντά ένα ενενήντα. Τον θυμάσαι, έτσι;
-Κοντό δεν τον λες. Κάτω πάντως από ένα ογδόντα.
-Λεπτός….. λεπτός τουλάχιστον; Ο Παναγιώτης, δεν ξέρω αν τον θυμάσαι από τότε, παραμένει το ίδιο λεπτός.
-Ε! Έχει λίγο κοιλίτσα, αλλά δεν τον λες και σαπιοκοιλιά.


-Τριχωτός; Δεν πιστεύω να ‘ναι κανένας μαλλιαρός και να σου γεμίζει το κρεββάτι με τρίχες. Χα,χα….. Σιχαίνομαι τα στήθη πουλόβερ. Να σκεφτείς ότι ο Παναγιώτης που έχει πέντε τρίχες όλες κι’ όλες, τον βάζω και κάνει κερί κάθε μήνα. Πω, Πω…..δεν τους αντέχω τους τριχωτούς. Ιδιαίτερα το καλοκαίρι.


-Είναι δυστυχώς λίγο τριχωτός. Δεν το λες όμως και αρκούδα.
-Τα μαλλιά του; Τα μαλλιά του, πώς είναι; Είναι πυκνά; Πω, πω δεν γουστάρω καθόλου τους καράφλες. Ευτυχώς στον Παναγιώτη ούτε τρίχα δεν έχει πέσει.
– Ε!…….Έχουν αρχίσει να αραιώνουν λίγο.


Σαν πολυβόλο ρωτούσε η τραπεζικός. Ασταμάτητη ήταν. Τι την έκοφτε εάν ο γκόμενος μιας παλιάς της συμφοιτήτριας είχε ή δεν είχε κοιλιά; Σε τι την ενοχλούσαν, οι τρίχες στην πλάτη ενός άντρα που δεν ήξερε καν;


Ατάραχη απαντούσε η άλλη σε κάθε ανόητη της ερώτηση. Αυτό φαίνεται την εκνεύριζε και η μούρη της τραπεζικής υπαλλήλου μου φαινόταν όλο και πιο αχώνευτη.
Ποια μου θύμιζε ρε; Ποια μου θύμιζε με αυτό το μπλε ταγιέρ στολή εργασίας;
Ναι ρε. Το βρήκα. Την Βελκουλέσκου.


Μου ερχόταν να της αστράψω καμία, έτσι που ρωτούσε και προσπαθούσε να στριμώξει το γελαστό και όμορφο κορίτσι, που έχανε μέχρι στιγμής σε όλα τα σημεία.
«Σώμα; Από σώμα πώς πάει ο δικός σου;» προχώρησε στο επόμενο χτύπημα της. «Υπάρχουν αρκετοί άντρες με κοιλίτσα, αλλά είναι γυμνασμένοι. Είναι γυμνασμένος ο δικός σου; Τον έχεις δει τον Παναγιώτη έτσι…..Έχει πολύ σφιχτό κορμί. Παίζει τένις, κάνει μισή ώρα βαράκια κάθε μέρα, τρέχει διάδρομο έξη χιλιόμετρα την μέρα. Ο δικός σου; O δικός σου πάει σε κανένα γυμναστήριο, κάνει τίποτα;


-Μπα, όχι πολλά πράγματα. Δυο φορές την βδομάδα παίζει ποδόσφαιρο 5χ5.
-Καπνίζει; Δεν πιστεύω να καπνίζει. Πω, πω δεν αντέχω τους άντρες που καπνίζουν. Σκυλοβρωμάνε. Ευτυχώς ο Παναγιώτης δεν καπνίζει.
-Δυστυχώς, δυστυχώς ο δικός μου καπνίζει. Σαν αράπης.
-Κακώς, πολύ κακώς! Πίνει; Τουλάχιστον, αν δεν πίνει, κάτι είναι και αυτό. Ευτυχώς, ο Παναγιώτης πίνει μόνο μεταλλικό νερό.


– Ε! Πίνει λίγο. Να, κάνα τσιπουράκι το μεσημέρι με τους μηχανικούς του γραφείου, μπύρες όταν βλέπει ματς με τους φίλους του και βότκες όταν βγαίνουμε έξω.
– Ε δεν είναι και λίγο. Τέλος πάντων. Με το φαγητό; Με το φαγητό πώς τα πάει; Προσέχει τι τρώει η σαβουριάζει ότι βρεί; Μου είπες ότι έχει λίγο κοιλίτσα, πίνει, καπνίζει και δεν αθλείται πολύ. Είναι και σε ηλικία που τα εμφράγματα θερίζουν. Ευτυχώς ο Παναγιώτης, εκτός από το ότι είναι πιο νέος, κάνει μια φορά τον χρόνο check up και μετράει καθημερινά πόσες θερμίδες παίρνει. Ξεκινάει με ένα πλούσιο σε βιταμίνες πρωινό, το μεσημβρινό γεύμα του είναι ισορροπημένο σε πρωτεΐνες και υδατάνθρακες και το βραδύ τρώει πάντα ένα γιαούρτι με μήλο. Για πες μου λοιπόν, προσέχει την διατροφή του;


-Δυστυχώς, δεν προσέχει πολύ. Τα πρωινά πίνει σκέτο καφέ, το μεσημέρι παίρνει κάτι από τον φούρνο της γειτονιάς και τα βράδια εάν μένει στο σπίτι φτιάχνει ζυμαρικά με pesto η σάλτσες με κρέμες γάλακτος. Αν βγαίνει έξω πάει για κοψίδια. Καμιά φορά όταν ξενυχτάμε, τρώει και hot dog από καντίνες του δρόμου. Δεν προσέχει καθόλου.
-Πω,πω, θα ροχαλίζει κιόλας. Είμαι σίγουρη. Αφού πίνει, καπνίζει, είναι υπέρβαρος και τρώει και αργά το βράδυ, αποκλείεται να μη ροχαλίζει. Ευτυχώς ο Παναγιώτης κοιμάται σαν πουλάκι. Δεν το μπορώ μωρέ το ροχαλητό…


-Δυστυχώς, ροχαλίζει σαν κομπρεσέρ. Χα, χα…
Κόντευα να σκάσω από τα γέλια με αυτά που άκουγα. Ρε την σκρόφα την τραπεζικό τι κάθεται και ρωτάει το κορίτσι!
Είχα αρχίσει να πείθομαι ότι, έτσι όπως πήγαινε η κουβέντα, σε λίγη ώρα θα μάθαινα πόσο πόντους την είχε ο Παναγιώτης και πόσους πόντους ο άλλος.
«Τι παράξενες κοπέλες!» είπα από μέσα μου. Η μία ,αυτή που έπεσε σε άντρα με τόσα σωματικά ελαττώματα, να δείχνει ανέμελη και η άλλη, αυτή που είχε ένα άντρα σχεδόν τέλειο να είναι με τα μούτρα κατεβασμένα. Κάτι άλλο πρέπει να τρέχει».


Με έτρωγε λοιπόν η αγωνία να μάθω τι κρυβόταν πίσω από αυτές τις δύο σχέσεις.
Επικράτησε προς στιγμή μια μικρή σιωπή μεταξύ των δύο γυναικών.
«Δεν μπορεί αυτή η μαλακισμένη από την Τράπεζα να μη θέλει να μάθει και άλλες λεπτομέρειες. Όπου να ‘ναι θα αρχίσει πάλι να ρωτάει» σκέφτηκα.
Και δικαιώθηκα. Πήρε πάλι ένα ξινομαλακισμένο ύφος και μπήκε σε νέο κύκλο ερωτήσεων   
– Δεν μου λες και σε αυτή την ηλικία πώς και είναι ακόμα λεύτερος; Μήπως είναι κανένας περίεργος;
-Δεν είναι περίεργος. Είναι παντρεμένος.
-Τι; Παντρεμένος;. Α πα, πα, πα, πα! Δεν τους μπορώ καθόλου τους παντρεμένους. Είναι άρρωστες αυτές οι σχέσεις. Ευτυχώς με τον Παναγιώτη δεν υπήρχε τέτοιο θέμα. Με το πού τελειώσαμε την σχολή, τον παντρεύτηκα.

Διαζύγιο; Διαζύγιο τουλάχιστον έχει πάρει; Παιδιά; Έχει παιδιά;
-Δυστυχώς, δεν έχει πάρει διαζύγιο. Και έχει και δύο παιδιά.
-Όχι ρε πούστη μου! Αυτό δεν είναι καλό. Η γυναίκα του έχει πάρει χαμπάρι τι παίζεται;
-Μπορεί και ναι, μπορεί και όχι.
-Σου ’χει πει αν θέλει να χωρίσει τουλάχιστον;
-Μπα, τίποτα.


-Κοινωνικός; Είναι τουλάχιστον κοινωνικός για να μπορέσεις να κάνεις καμία γνωριμία και να βρεις δουλειά; Ευτυχώς ο Παναγιώτης είναι άτομο που κάνει πολύ εύκολα γνωριμίες. Στο Facebook να σκεφτείς έχει πάνω από χίλιους φίλους. Του αρέσει η συμμετοχή σε κοινωνικές ομάδες. Μικρός ήταν πρόσκοπος και έχει μυηθεί βαθιά στην ιδέα του εθελοντισμού. Αυτός και οι φίλοι του, εκτός από το Σύλλογο Γονέων και Κηδεμόνων, συμμετέχουν και σε πολλές οργανώσεις και ιδρύματα. Καθαρίζουν δάση και παραλίες στις εξορμήσεις του ΣΚΑΪ, είναι ταμίας σε ίδρυμα χορήγησης υποτροφιών, μέλος σε φορέα για την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής ιδέας, τρέχει σε φιλανθρωπικούς μαραθώνιους, οργανώνει το bazaar των αποφοίτων του Κολλεγίου του, παρακολουθεί διαλέξεις φιλοσοφίας του Ράμφου, πηγαίνει σε παρουσιάσεις βιβλίων που οργανώνουν εκδοτικοί οίκοι με προσκεκλημένους τον Χωμενίδη, τον Τατσόπουλο, τη Σώτη Τριανταφύλλου και άλλους πολλούς διανοούμενους, που να στα απαριθμώ τι κάνει! Έχω χάσει και εγώ τον λογαριασμό. Ο δικός σου με τους φίλους του τι κάνουν;


– Πάνε για κυνήγι. Έτσι τουλάχιστον λέει σε μένα. Δεν ξέρω στη γυναίκα του τι λέει. Πάει και στο Καραϊσκάκη για τον Ολυμπιακό. Για τον Ολυμπιακό το πιστεύω, γιατί μου στέλνει και βίντεο από την εξέδρα. Για το κυνήγι έχω αμφιβολίες. Υποψιάζομαι ότι πάνε κάπου στη Καστανιά στο εξοχικό ενός φίλου του και στρώνονται στην πόκα.
-Τι; Παίζει και χαρτιά; Καλέ, αυτή είναι πολύ κακή συνήθεια. Ευτυχώς ο Παναγιώτης ούτε να τα ακουμπήσει δεν θέλει. Και το τάβλι. Το μισεί το τάβλι ο Παναγιώτης. Μη μου πεις τώρα, ότι παίζει και τάβλι.


– Ε… Ναι, απ’ ότι μου ‘χει πει. Τα καλοκαίρια, στη παραλία με τον κολλητό του. Παρατάνε τις γυναίκες τους στις ξαπλώστρες και αυτοί κάθονται σε ένα ταβερνάκι δίπλα στη θάλασσα και ξεσκίζονται στα ούζα και στο πλακωτό.
-Πω, πω αυτό δεν θα το άντεχα. Να μην είμαστε μαζί συνέχεια στις διακοπές; Ευτυχώς ο Παναγιώτης κάθεται δίπλα μου και με το tablet παρακολουθεί τα mail της εταιρείας. Τώρα θα μου πεις ότι παίζει και ρακέτες. Μη μου πεις ότι παίζει και ρακέτες γιατί θα τρελαθώ.
Δεν έμαθα ούτε αν παίζει ρακέτες αυτός ο παντρεμένος, ο γκόμενος της μιας κοπέλας, ούτε εάν ο Παναγιώτης, κάτω από την ξαπλώστρα και στα διαλείμματα της ανάγνωσης των mails του, αλείφει με αντιηλιακό την πλάτη της ξινής αυτής τραπεζικής υπαλλήλου.


Μπορεί και να ντράπηκαν, όταν σε κάποια στιγμή με είδαν να κρυφογελάω.
Για να μην φανώ αδιάκριτος, και σταματήσουν να μιλάνε, γύρισα ακαριαία την πλάτη μου στην άλλη πλευρά και έκανα ότι έστελνα μήνυμα με το κινητό.
Από ό,τι όμως φάνηκε στη συνέχεα, καρφί δεν τους καιγότανν αν τις άκουγα.
Για μένα το ερώτημα που έμενε να απαντηθεί ήταν «Πώς είναι δυνατόν μια τόσο όμορφη κοπέλα, σαν αυτή που ανακρίνει η άλλη, η σπαστικιά της Τράπεζας, να είναι δίπλα σε ένα ρεμάλι;».
Θα έχει σίγουρα λεφτά ο τυπάκος. Δεν μπορεί κάτι πρέπει να ’χει.


Και η άλλη. Η άλλη πάλι η μαλακισμένη από την τράπεζα γιατί είναι συνεχώς αγέλαστη;
Ρε μπας και δεν την γ@μεί ο Παναγιώτης; Αυτό είναι, σίγουρα. Ο Παναγιώτης δεν πηδάει.
Το παιδί αυτό κάνει τόσα πολλά άλλα πράγματα!
Περίμενα την συνέχεια της κουβέντας, αλλά σε κάποια στιγμή χτύπησε το κινητό της τραπεζικής υπαλλήλου.


Την άκουσα να εξηγεί με άψογο επαγγελματισμό το νέο πρόγραμμα ρύθμισης καθυστερημένων οφειλών. Έδινε διευκρινίσεις για τις δόσεις, για τα έγγραφα που χρειάζονται και για τις συνέπειες από την μη τήρηση ενός προγράμματος ρύθμισης.
Η ένταση της φωνής της είχε γίνει ακόμη πιο σκληρή. Εξηγούσε στον συνομιλητή της ότι ήταν η τελευταία ευκαιρία.
Από την άλλη άκρη της γραμμής πρέπει να είχαν εκδηλωθεί έντονες αντιδράσεις.
Στην αρχή την έβλεπα να δυσφορεί, αλλά όσο η συνομιλία εξελίσσονταν το πρόσωπο της σκύλιαζε.
Σε κάποια στιγμή την άκουσα να λέει ότι η κλήση μαγνητοσκοπείται και η εκδήλωση νεύρων δεν διευκολύνει την εξεύρεση λύσης.


Ό άλλος, κάποιος δανειολήπτης προφανώς, πρέπει να φώναζε δυνατά. Πιθανόν και να γαμωσταύριζε.
Κατάλαβα ότι, την τραπεζική υπάλληλο, την ενοχλούσε ο τρόπος που αντιδρούσε ο πελάτης της, γιατί απομάκρυνε το ακουστικό από το αυτί της.


Αφού άκουσε όσα άκουσε, ποιος ξέρει τι της έλεγε και ό άλλος, του είπε:
-Μα είναι πράγματα αυτά; Εμείς προσπαθούμε να σας βοηθήσουμε κι εσείς μας βρίζετε; Τι με ενδιαφέρουν Κύριε έμενα αυτά που μου λέτε; Τι σας νοιάζει εσάς εάν ο Πρόεδρος της Τράπεζας έπαιρνε bonus και τα έβγαζε στο εξωτερικό πριν τα Capital controls; Και τι με νοιάζει εάν συνεισφέρατε στις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών; Καλά κάνατε και συνεισφέρατε. Αυτά όμως που λέτε περί χαριστικών δανείων, προβληματικών επιχειρήσεων που μπήκαν στο άρθρο 99 και διευκόλυνσης φοροφυγάδων θίγουν την φήμη της Τράπεζας μας. Αν δεν σταματήσετε, θα σας βάλω σε ανοιχτή ακρόαση για να υπάρχουν μάρτυρες ότι δεν εκφράζεστε κόσμια. Η τράπεζα μας έχει κάθε δικαίωμα να προασπίσει δικαστικά τα νόμιμα συμφέροντα της απέναντι σε οιονδήποτε προσπαθεί να την δυσφημίσει.


Και εκείνη τη στιγμή, πατώντας το πλήκτρο της ανοικτής ακρόασης, απευθύνθηκε στον άγνωστο σε μένα συνομιλητή της.
-Για οτιδήποτε λέτε από αυτή την στιγμή, εκτός από την καταγραφή της συνομιλίας μας για την οποία έχετε λάβει γνώση, σας ενημερώνω ότι υπάρχουν πλέον και μάρτυρες. Είσαστε σε ανοικτή ακρόαση Κύριε Καλοφονιά. Λοιπόν σας ακούω. Πέστε μου ξανά που μου λέγατε προηγουμένως.
Για να πω την αλήθεια η περιέργειά μου είχε πλέον μετατοπισθεί σε άλλο θέμα. Μου παρουσιαζόταν τώρα η ευκαιρία να ακούσω πως γίνεται η επικοινωνία τράπεζας και δανειολήπτη.
Απο την ανοικτή ακρόαση ενός κινητού ακκουγόταν ένας άγνωστος σε μένα δανειολήπτης να επικοινωνεί με μια, επίσης άγνωστη σε μένα, τραπεζική υπάλληλο. Σταύρωσα τα χέρια μου και άκουγα τάχα αδιάφορος.


«Δεν μου λέτε Κυρία μου» ξεκίνησε ήρεμα στην αρχή ο δανειολήπτης «ποιος σας έδωσε το δικαίωμα να καταγράφετε την συνομιλία μας;»
– Κατ’ αρχήν Κύριε Καλοφονιά έχω όνομα. Δεν είμαι η Κυρία σας. Άλλη έχει την τιμή να σας έχει σύζυγο, και να σας χαίρεται που σας έχει. Εγώ είμαι η Κυρία Φραγκοπούλου από την Διεύθυνση επιχειρηματικής πίστης. Εντάξει; Το δικαίωμα αυτό της καταγραφής δεν είναι παράνομο, γιατί πραγματοποιείται εν γνώσει σας. Πριν ξεκινήσει η συνομιλία μας σας γνωστοποιήσαμε ότι η κλήση σας καταγράφεται; Προς τι αυτή η διαμαρτυρία; Για να δημιουργήσετε εντυπώσεις;
-Κυρία Φραγκοπούλου, κατ’ αρχήν να σας χαίρεται και εσάς ο σύζυγος σας , που έχει την τιμή να σας έχει σύζυγο. Να σας ρωτήσω κάτι που σχετίζεται με το θέμα της καταγραφής, πριν περάσουμε στα της ρύθμισης του δανείου μου;


-Βεβαίως. Χαίρομαι που ηρεμήσατε και ελπίζω να κάνουμε μια συζήτηση σε κόσμιο επίπεδο. Σας ακούω λοιπόν.
-Πέστε μου Κυρία Φραγκοπούλου. Επειδή μου γνωστοποιήσατε την καταγραφή της συνομιλίας μας, σημαίνει ότι υποχρεώνομαι και να αποδεχθώ την ενέργεια σας αυτή; Αν εγώ σας γνωστοποιήσω ότι θα σας γ@μήσω είσαστε υποχρεωμένοι να κάτσετε να γ@μηθείτε;
-Κύριε Καλοφονιά, είσαστε χυδαίος. Με αυτή τη λογική δεν μπορεί να γίνει διάλογος με τραπεζικό πολιτισμό. Λυπάμαι, αλλά το όνομα σας μπορεί και να μπει στην λίστα με τους μη συνεργάσιμους δανειολήπτες. Mε ό,τι αυτό συνεπάγεται για την προσημειωμένη ακίνητη περιουσία σας.
Ακολούθησε μια μικρή παύση μέχρι ο δανειολήπτης να απαντήσει. Δεν άργησε όμως:
-Μωρή ξεφτιλισμένη. Να κι αν μπει το όνομα μου στη λίστα, να κι αν δεν μπει! Να μωρή κι αν μου πάρετε το σπίτι, να κι αν δεν μου το πάρετε. Πόσα σας δίνω τον μήνα για την δόση; Δυόμισι χιλιάρικα; Με χίλια βρίσκω βίλλα στην Πολιτεία. Ξέρετε μόνο τι μπορείτε να κάνετε; Να κλάσετε τα @ρχίδια του Καβλοφονιά.


-Κύριε Καλοφονιά λυπάμαι δεν μπορώ να συνεχίσω. Είσαστε πάρα πολύ χυδαίος. Εγώ προσωπικά, η Μαργαρίτα Φραγκοπούλου, σας υπόσχομαι ότι θα σας γράψω στη λίστα των μη συνεργάσιμων δανειοληπτών.
– Εγώ Κυρία Φραγκοπούλου θα σας έλεγα να με γράψετε στη λίστα των δανειοληπτών που θα σας γ@μήσουν το μoυνί. Γιατί, αν δεν με γράψετε εσείς, θα σας γράψω εγώ. Ξέρετε πού; Στη λίστα με τις μη συνεργάσιμες πουτάνες των τραπεζικών ιδρυμάτων. Άντε γ@μήσου καριόλα…
Ακούστηκε ο ήχος του κατεβασμένου τηλεφώνου. Ατάραχη συνέχισε η τραπεζική υπάλληλος-με ένα μόνο ελαφρό μορφασμό αποστροφής- να μιλάει στη φίλη της.


-Το έκλεισε ο πρόστυχος. Βλέπεις πως μιλάνε ορισμένοι άντρες; Ευτυχώς ο Παναγιώτης δεν βρίζει καθόλου. Είναι τόσο γλυκομίλητος. Ο δικός σου; Δεν πιστεύω να βρίζει σαν και αυτόν τον αλήτη.
-Δυστυχώς, βρίζει. Αλλά όχι σαν αυτόν. Μπροστά στα καντήλια που κατεβάζει ο δικός μου, αυτός, ο πως τον λένε Καλοφονιάς, είναι λόρδος δίπλα σε λαχαναγορίτη. Άστα, άστα έχει βρωμόστομα.
-Μα, τον αλήτη. Όχι τον δικό σου καλέ. Αυτόν τον Καβλοφονιά, συγγνώμη Καλοφονιά ήθελα να πω. Με αποσυντόνισε ο ηλίθιος. Πού είχαμε μείνει; Α. ναι! Στον δικό σου. Λεφτά; Έχει τουλάχιστον λεφτά; Η, έστω μια καλή δουλειά; Θα πρέπει να είναι κανένα ματσό και να στα χώνει, αφού σε έχει σαν γκόμενα. Δεν εξηγείται διαφορετικά. Γιατί να είσαι μαζί του, αν δεν έχει ούτε λεφτά; Ευτυχώς, ο Παναγιώτης είναι από καλή οικογένεια. Ήτανε διευθυντής χορηγήσεων στην Τράπεζά μας ο πατέρας του. O Παναγιώτης είναι Διευθυντικό στέλεχος σε μεγάλη ναυτιλιακή. Του έχει πάρει και πόντους σε δυο καράβια ο πατέρας του. Λοιπόν; Ο δικός σου; Πες μου, ο δικός σου έχει λεφτά;
-Μπα, άφραγκος είναι. Χρωστάει σε όλο τον κόσμο. Και σε σας, τις Τράπεζες δηλαδή, τα περισσότερα.


-Τι μου λες; Ευτυχώς ο Παναγιώτης δεν χρωστάει τίποτα σε τράπεζες. Δώσε μου αν θες το ΑΦΜ του να τον ελέγξω και να σε ενημερώσω για την ακίνητη περιουσία του και τις οφειλές του στις Τράπεζες. Πρέπει να ξέρεις τι σου γίνεται. Καλά, ο δικός σου δεν φοβάται μη και χάσει την περιουσία του, αν την έχει προσημειωμένη; Τι θα κάνει στα πενήντα του;
-Να φοβηθεί, να χάσει τι; Είχε προλάβει και τα ‘χασε όλα μόνος του. Του έχετε γράψει προσημείωση σε κάτι υπόστεγα μιας μονάδας και του έχετε βάλει ενέχυρο στα μηχανήματα. Και να του τα πάρετε, τι θα τα κάνετε; Θα πάτε εσείς να φτιάξετε συνθετικά καύσιμα από απόβλητα τυροκομείων; Άσε που προηγείται και η Εφορία!


-Μη μου πεις ότι χρωστάει και στην Εφορία! Ευτυχώς, ο Παναγιώτης είναι φορολογικά ενήμερος. Καλά, πώς έφτασε εκεί που έφτασε; Έκανε δουλειά με τίποτα λαμόγια και του φάγανε λεφτά;
-Μπα….Δεν του φάγανε λεφτά τα λαμόγια. Από ό,τι ξέρω είχε επενδύσει σε μια νέα τεχνολογία και δεν πήγε καλά.


-Δεν πήγε καλά; Γιατί; Μήπως δεν πήρε τις σωστές αποφάσεις; Μήπως δεν μελέτησε τους αστάθμητους παράγοντες; Ευτυχώς, ο Παναγιώτης πριν κάνει μια επένδυση συζητάει μαζί μου όλα τα δεδομένα, συμβουλεύεται και τον πατέρα του και έτσι δεν έχει χάσει ούτε ένα Ευρώ. Αλλά στον δικό σου; Στον δικό σου τι έφταιξε, και δεν πήγε καλά;


-Δεν ξέρω. Τι να σου πω; Να, είχε μπλέξει σε μια γκομενοδουλειά με μια αριβίστρια σύμβουλο ενός Υπουργού, την γκάστρωσε, δεν την παντρεύτηκε και αυτή η πουτάνα του το φύλαγε. Του πάγωσε, χρόνια μετά, μια επένδυση σε καινοτόμο τεχνολογία. Μετά άλλαξε ένας νόμος, του ζητήσανε να κάνει τροποποιήσεις σε μια μονάδα που είχε φτιάξει, χρειαζόταν νέα χρηματοδότηση, του καθυστερούσαν μια επιχορήγηση, είχε πάρει και δάνειο από Τράπεζα για το ξεκίνημα, και το 14 με το success story του γνωστού μαλάκα έκλεισαν αρκετές από τις βασικές μονάδες των προμηθευτών πρώτης ύλης. Ε, δεν ήθελε και πολύ να στραβώσει η δουλειά.
-Τι μου λες; Ευτυχώς, ο Παναγιώτης που δεν μπλέκει σε γκομ
ενοδουλειές. Είναι πολύ πιστός σε μένα Δεν τον αφήνω βέβαια και εγώ. Τι να πεις μωρέ…
-Τίποτα. Καλύτερα μην πεις τίποτα. Μη με ρωτήσεις τίποτα άλλο, σε παρακαλώ….
-Καλά, καλά. Μια τελευταία ερώτηση. Γ@μεί τουλάχιστον καλά;


-Ααααχ… Πας γυρεύοντας. Λοιπόν… Και στο γ@μήσι τα πράγματα έτσι και έτσι είναι. Βρισκόμαστε στη χάση και στη φέξη. Δεν του σηκώνεται αμέσως, γιατί στρεσάρεται που τον ψάχνει η γυναίκα του, βιάζεται να τελειώσουμε για να γυρίσει σπίτι, δεν την έχει και μεγάλη, άστα, άστα…… Αλλά εσύ… Εσύ… Ξέρω, ξέρω τι θα μου πεις «Ευτυχώς ο Παναγιώτης είναι πoυτσαράς και γ@μεί τρείς φορές την βδομάδα από δύο ώρες την κάθε φορά». Αυτό, αυτό δεν θέλεις να μου πεις μωρή γ@μημένη κάρια;


– Καλέ πώς μιλάς έτσι; Σε κόλλησε ο δικός σου μου φαίνεται. Ε Ναι….. όπως τα λες είναι ο Παναγιώτης. Γιατί αρπάζεσαι; Ζηλεύεις, ε; Ζηλεύεις; Σε λυπάμαι γιατί διαπιστώνω ότι ο δικός σου είναι άχρηστος σε όλα. Δεν είναι ωραίος, δεν είναι ελεύθερος, δεν έχει μία και δεν γαμεί καλά. Μα είσαι εντελώς βλαμμένη; Τι του βρίσκεις του μ@λάκα και είσαι ερωτευμένη μαζί του;
-Αυτό, αυτό… ότι δεν είναι μ@λάκας. Και αυτό, με κάνει να την βρίσκω μαζί του. Κατάλαβες; Κατάλαβες τι του βρίσκω μωρή αδίστακτη πoυτάνα;


Το γελαστό κορίτσι είχε πάρει φόρα. Το θαύμαζα για την υπομονή της να ακούει τόση ώρα αυτή την αντιπαθητική να της την μπαίνει.
Και ενώ η τραπεζική υπάλληλος είχε σηκωθεί ήδη όρθια και ετοιμαζόταν να φύγει, ζοχαδιασμένη από την απροσδόκητη αυτή εξέλιξη της επανασύνδεσης με την παλιά συμφοιτήτρια της, το υπέροχο αυτό κορίτσι, με το φωτεινό χαμόγελο και τα ζεστά μάτια, την έπιασε από το μπράτσο και της είπε:
– Να σε ρωτήσω κάτι τελευταίο και εγώ πριν ξεκουμπιστείς να φύγεις; Αφού μωρή Δρακουλέσκου ο Παναγιώτης έχει όλα όσα ζητάς και σε γ@μεί και τρείς φορές την εβδομάδα γιατί είσαι τόσο ξινομούνα; Γιατί; E; Ξέρεις γιατί; Γιατί έχεις ένα μ@λάκα που τον κάνεις ότι θέλεις. Μου έσπασες τα @ρχίδια με το ψώνιο που παντρεύτηκες. Άντε γ@μήσου λοιπόν και εσύ, και η Ρουμανία που μας έχει φορτώσει το άλλο το μουνόπανο, και η κάθε καριόλα, σαν και εσένα, που εργάζεται στο τμήμα διαχείρισης καθυστερημένων οφειλών.


Γ.Κ.


ΥΓ2. Ζήτησα από τον Μάκη, τον μέγα μαθηματικό, τον διδάκτορα της Χαϊδελβέργης, τον super expertise της Behavioral Theory και έναν από τους Managers της Εταιρείας μας, -και όσοι από τους αναγνώστες του Πιτσιρίκου θέλετε να μάθετε περισσότερα για τον Μάκη, δεν έχετε παρά να διαβάσετε τα δοκίμια Απλά μαθήματα θεωρίας παιγνίων και Να δει κανείς το ματς ή να μη δει– αν μπορεί να φτιάξει μοντέλο αντίδρασης συμπεριφοράς των μη συνεργάσιμων δανειοληπτών.
«Υπάρχει έτοιμο» μου είπε. «Έχει αντιμετωπισθεί με την θεωρία των πεθαμένων συναρτήσεων. Και λέμε πεθαμένες συναρτήσεις τις χρονικές συναρτήσεις που εξαφανίζονται από το καρτεσιανό σύστημα συντεταγμένων, όταν η τιμή του χρόνου υπερβαίνει μια ορισμένη τιμή»
«Δηλαδή;» τον ρώτησα, «Με απλά λόγια, τι πρέπει να κάνουν οι δανειολήπτες;»
«Να σταματήσουν να πληρώνουν» μου απάντησε.
ΥΓ. Κορίτσια; Ο Παναγιώτης είναι φανταστικό πρόσωπο! Αν όμως ποτέ βρείτε ένα Παναγιώτη, μη κάνετε το λάθος και τον αφήσετε. Κάντε τα στραβά μάτια στην μαλακία που τον δέρνει. Μπορεί να πέσετε σε κανέναν άλλο, σαν αυτόν που τραβολογιέται η όμορφη κοπέλα. Δυστυχώς, αυτός ο άλλος είναι υπαρκτό πρόσωπο.
ΥΓ3. Με ρώτησε ο συνάδελφος Μάκης:
-Της είπες ένα μπράβο της κοπέλας για το κουράγιο της να βγαίνει με αυτό το άχρηστο ρεμάλι και την υπομονή της να ακούει τόση ώρα αυτή την σκύλα από την Τράπεζα;
-Φυσικά και της είπα. Συστηθήκαμε κιόλας, του απάντησα.
-Και πώς την λέγανε ρε;
-Λέτα.
(Αγαπητέ φίλε, έχουμε αιτήματα από αναγνώστες να γράφετε ακόμα συχνότερα. Σας ευχαριστώ πολύ. Να είστε καλά.)

Πηγή: pitsirikos

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου