Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2012

Ο Κομμουνισμός δεν συμβιβάζεται µε τη δημοκρατία;;;


* Του Υβόν Κινιού


«Ο Κομμουνισμός δεν συμβιβάζεται µε τη δημοκρατία»
Ο σοσιαλισμός οδηγεί στον αντίποδα της ελευθερίας.
Φ. Χάγιεκ, Ο δρόµος προς τη δουλεία, 1985

Π ΟΛΛΟΙ πιστεύουν ότι Ο μαρξισμός είναι το αντίθετο της δημοκρατίας και ότι οδηγεί στην πολιτική τυραννία, ιδέα η οποία φαίνεται να επιβεβαιώνεται από τις εμπειρίες που αναφέρθηκαν στη θεωρία του Μαρξ. Η επανάσταση των Μπολσεβίκων του Οκτώβρη 1917, που έγινε µε πρωτοβουλία του Λένιν, έσπευσε να παραμερίσει τους δημοκρατικούς θεσμούς, οι οποίοι είχαν δημιουργηθεί τον Φεβρουάριο του 1917 και στους οποίους πλειοψηφούσαν οι Μενσεβίκοι. Το σύστημα που εγκαθιδρύθηκε στη συνέχεια, µε επικεφαλής τον Στάλιν, ήταν αναμφισβήτητα µια δικτατορία την οποία µόνο ο τροτσκισμός, στους κόλπους του κομουνιστικού κινήματος, είχε την οξυδέρκεια να καταγγείλει: μονοκομματισμός, πολιτική εξουσία που υποκαθιστά τον λαό, κυριαρχία ενός ανθρώπου επί του κόμματος, επίσημη ιδεολογία που επιβάλλει τον νόμο της στην πνευματική ζωή, συµπεριλαµβανόµενου και του τομέα των επιστημών, στυγνά μέτρα καταπίεσης, µε θλιβερό σύμβολο το Γκούλαγκ. Ασφαλώς, το καθεστώς που ακολούθησε τον θάνατο του Στάλιν θα καταργήσει βαθμιαία τα πιο ακραία χαρακτηριστικά του, µε την πρωτοβουλία του Χρουστσόφ.
Αλλά πολλά από τα χαρακτηριστικά του σταλινικού καθεστώτος θα επιβιώσουν υπό «μετριασμένη», θα λέγαμε, μορφή και θα τα συναντήσουμε σε όλες τις  κοινωνίες που εγκαθιδρύθηκαν στις χώρες της σοβιετικής σφαίρας επιρροής συμπεριλαμβανομένης και της κινέζικης εμπειρίας, η οποία προσπάθησε, ωστόσο, να ασκήσει «αριστερή» κριτική παρέχοντας κεντρικό ρόλο στις «μάζες». Αντιθέτως, οι δημόσιες ελευθερίες θα διατηρηθούν ουσιαστικά στις καπιταλιστικές χώρες, δημιουργώντας την εντύπωση ότι η πολιτική δημοκρατία έχει πιθανότητες να επιβιώσει µόνο αν στρέψει την πλάτη στον κομμουνισμό. Η σκέψη του Μαρξ οδηγεί, λοιπόν, στην δικτατορία, έστω και αν επικαλείται έναν υψηλό σκοπό;

Δεν θα μπορούσαμε να αποδεχτούμε την εν λόγω άποψη, τουλάχιστον αν εξετάσουμε αυτή τη σκέψη καθ' εαυτή, διαχωρίζοντάς την απ' ό,τι έγιναν στο όνομά της δηλαδή από τον μαρξισµό - λενινισμό, την επίσημη θεωρία των κομμουνιστικών κομμάτων επί έναν αιώνα περίπου. Για τον Μαρξ η αντικαπιταλιστική επανάσταση, για να έχει πιθανότητες επιτυχίας, δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί παρά σε συνθήκες ανεπτυγμένου καπιταλισμού, µε βάση τις εσωτερικές του αντιφάσεις (πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους, συγκέντρωση της ιδιοκτησίας, κρίσεις υπερπαραγωγής, εξαθλίωση, κ.λπ.), αλλά και µε βάση τις οικονομικές του κατακτήσεις και την κοινωνιολογική του σύνθεση. Το Μανιφέστο του Κομουνιστικού Κόμματος λέει, σχετικά, ότι η καπιταλιστική κοινωνία παράγει µία τάξη μισθωτών που  θα αποτελέσει την πλειοψηφία του πληθυσμού, της οποίας τα συμφέροντα συγκρούονται µε εκείνα της αστικής τάξης, και η οποία θα είναι ο φορέας του κοινωνικού μετασχηματισμού. Η κομμουνιστική επανάσταση παρουσιάζεται τότε ως «το αυθόρμητο κίνημα της συντριπτικής πλειοψηφίας «προς το συμφέρον της συντριπτικής πλειοψηφίας»: όχι µόνο «προς το συμφέρον», πράγμα που θα υπονοούσε ότι µία πρωτοπορία θα μπορούσε να υποκαταστήσει ων εν λόγω πλειοψηφία, αλλά πραγματοποιούμενη «από» αυτή τη συντριπτική πλειοψηφία, πράγμα που αποκλείει, κατ' αρχήν, την ενδεχόμενη εκτροπή. Και η µας λέει αυτή η διατύπωση, αν όχι ότι έχουμε να κάνουμε µε µία δημοκρατική διαδικασία όπου ο λαός είναι ταυτόχρονα ο πρωταγωνιστής; και ο επωφελούμενος, σε αντίθεση µε όλες τις επαναστάσεις του παρελθόντος που έγιναν από μειοψηφίες προς το συμφέρον μειοψηφιών. 
Γενικότερα, όταν ο Μαρξ στοχάζεται σχετικά µε τις πολιτικές προϋποθέσεις της μετάβασης, στον κομμουνισμό, ενσωματώνει πάντα σε αυτές τα κεκτημένα Γαλλικής Επανάστασης του 1789. Έτσι, στο Εβραϊκό ζnmµα (1843), όπου αναλύει κριτικά τη Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη, δεν απορρίπτει ποτέ την εν λόγω διακήρυξη, σε αντίθεση µε όσα μπορεί να υποστήριξαν πολλοί προκατειλημμένοι σχολιαστές. Βεβαίως, δείχνει ότι αυτή υπερασπίζεται τα δικαιώματα ενός ανθρώπου «αστού» και εγωιστή (αφού υπερασπίζεται την ατομική ιδιoκτησία, για παράδειγμα), αλλά δεν απορρίπτει ποτέ τα δικαιώματα του πολίτη καθ' εαυτά, και δεν τα χαρακτηρίζει «αστικά». Σημειώνει µόνο ότι η χειραφέτηση της οποίας είναι φορείς τα τελευταία είναι μερική, αφού δεν υπάρχει παρά στο πολιτικό πεδίο, χωρίς να θίγει το οικονομικό και το κοινωνικό, και ότι μπορεί ως εκ τούτου να είναι πηγή αυταπατών και παραπλάνησης. Διευκρινίζει δε ότι πρέπει να θεωρούμε αυτή την κατακτηθείσα ελευθερία έναν «απαραίτητο ενδιάμεσο» και «σίγουρα ένα μεγάλο βήμα μπροστά» στον δρόμο για την πλήρη χειραφέτηση του ανθρώπου. Και πώς θα μπορούσε να πει το αντίθετο όταν είναι
γνωστό ότι ο ίδιος δεν σταμάτησε να παλεύει για την πολιτική ελευθερία στη γενέτειρά του τη Γερμανία και αλλού; Βλέπουμε έτσι ότι η αντιδημοκρατική παρέκκλιση του «ιστορικού κομμουνισμού» δεν οφείλεται σ
m θεωρία του Μαρξ, αλλά στις συνθήκες στις οποίες θέλησαν να τον εφαρμόσουν, και τις οποίες η τελευταία κάθε άλλο παρά θεωρούσε ενδεικνυόμενες: υπανάπτυξη, απουσία προϋπαρχόντων δημοκρατικών θεσμών, κ.λπ. 

Αυτό που διέστρεψε τη συζήτηση σχετικά µε το παρόν ζήτημα είναι το γεγονός ότι πρότεινε τη «δικτατορία του προλεταριάτου» ως τρόπο άσκησης της επαναστατικής εξουσίας, διατύπωση που προκάλεσε μεγάλη παρεξήγηση όσον αφορά τη σχέση της µε τη δημοκρατία, ακόμα και όταν καταλείφθηκε από πολλά κομμουνιστικά κόμματα. Ο όρος, όμως, παρέπεμπε σε µία πλειοψηφική, και άρα δημοκρατική υπ' αυτή την έννοια, πολιτική διαδικασία και επιπλέον δεν προέβλεπε «δικτατορικές» μεθόδους, όπως αυτές που γνώρισε ο 20ός αιώνας· σήμαινε απλώς ότι κάθε εξουσία είναι μια εξουσία ταξική, και ότι ασκεί, συνεπώς, αναπόφευκτα καταναγκασμό σε ένα μέρος του κοινωνικού σώματος, έστω και αν χρησιμοποιεί μέσα πέρα για πέρα δημοκρατικά ως προς τη μορφής τους. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, καλύτερα γιατί ο Μαρξ τάχθηκε υπέρ της Κομμούνας του Παρισιού, μιας απόπειρας εγκαθίδρυσης ολοκληρωμένης πολιτικής δημοκρατίας, την οποία ο φίλος του ο Ένγκελς είδε ως πραγμάτωση αυτής, ακριβώς, της «δικτατορίας του προλεταριάτου». Ήταν, λοιπόν, οπαδός, στον αυστηρά πολιτικό τομέα, αυτής της πολιτικής δημοκρατίας, και είναι βέβαιο ότι δεν θα αναγνωριζόταν στις αυταρχικές, και δη ελευθεριοκτόνες εμπειρίες που παρουσιάστηκαν ως μαρξιστικές ενώ πρόδιδαν το βαθύτερο πνεύμα του σχεδίου του. Από την άλλη, είναι επίσης βέβαιο ότι, παρότι αναγνώριζε πλήρως την αξία του δημοκρατικού καθεστώτος, δεν αρκείτο σε αυτό: µε τον κομμουνισμό, απέβλεπε σε µία κοινωνική δημοκρατία, άρα σε µία δημοκρατία που, µη αρκούμενη στις τυπικές διαδικασίες της πολιτικής δημοκρατίας (καθολική ψηφοφορία, ελευθερία σκέψης, έκφρασης, ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, κ.λπ.), θα εισέβαλλε στο κοινωνικό και οικονομικό πεδίο (µέσω της συλλογικής ιδιοκτησίας) και θα διεύρυνε έτσι κατά πολύ την ελευθερία του κοινωνικού ανθρώπου.


Απόσπασμα από το Βιβλίο του Υβόν Κινιού, "Καρλ Μαρξ"



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου