Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2015

Δεν θα ξαναθυμώσω με τον σκούρο τυπάκο στα φανάρια

Ο Δημήτρης Καρύδας ταξίδεψε στην άλλη πλευρά του Αιγαίου για το παιχνίδι του Παναθηναϊκού με την Καρσίγιακα και ήρθε αντιμέτωπος με το προσφυγικό δράμα μέσα σε μερικά λεπτά της ώρας. Το εμπόριο των σωσιβίων που ακμάζει, το "διακριτικό" βλέμμα των δουλεμπόρων που μοιάζουν με μπράβους και τα παιδιά που χαίρονται με μία χούφτα καραμέλες.


Δέκα λεπτά περπάτημα στην καρδιά της Σμύρνης μπορεί να σου αλλάξουν πολλά στον τρόπο σκέψης σου. Το ίδιο φαντάζομαι ότι έχει συμβεί τους τελευταίους μήνες με τους κατοίκους της Λέσβου ή της Χίου. Το σίγουρο είναι ότι στην πρώτη μου επίσκεψη στη Σμύρνη ξεκίνησα με άλλες διαθέσεις την πρωινή μου βόλτα.

Προορισμός μου ήταν το λιμάνι της Σμύρνης. Ήθελα να περπατήσω στο μέρος που στο μυαλό μας έχει ταυτιστεί με μια από τις πιο μαύρες σελίδες του Ελληνισμού, τη Μικρασιατική καταστροφή. Τα σχολικά βιβλία της ιστορίας δεν τα πίστεψα ποτέ. Την ιστορία δεν τη γράφουν μόνο οι νικητές, αλλά και οι προπαγανδιστές. Η αφεντιά μου μεγάλωσε διαβάζοντας τα "Ματωμένα χώματα" της Διδούς Σωτηρίου οπότε απόψεις περί συνωστισμού, σπρωξιμάτων και όλα τα σχετικά που πρεσβεύει η μεταγενέστερη κυρία Ρεπούση δεν με πολυεκφράζουν.

Δεν ξέρω τι έψαχνα στο λιμάνι της Σμύρνης, αλλά συνηθίζω τέτοιους μοναχικούς περιπάτους. Ίσως γιατί τροφοδοτούν κάποιες φορές τη φαντασία του άλλου μου εαυτού που τις ελεύθερες ώρες του δεν μεταδίδει αγώνες μπάσκετ, αλλά γράφει μυθιστορήματα.

Ο ταξιτζής που πέτυχα έξω από το διακριτικά αλλά καλά φρουρούμενο από 4-5 αστυνομικούς ξενοδοχείο του Παναθηναϊκού ήταν σπάνια περίπτωση. Ο Ομέρ κατάγεται κάπου από τα βάθη της ασιατικής Τουρκίας, σπουδάζει στο τοπικό πανεπιστήμιο και τις ελεύθερες ώρες του βγάζει τα έξοδα του οδηγώντας ένα ταξί.

Μιλούσε πολύ καλά αγγλικά (ακόμη πιο σπάνιο για ταξιτζή της χώρας), αλλά οδηγούσε με τον ίδιο πάνω τρόπο που οδηγούν όλοι οι Τούρκοι. Παραβιάζει το κόκκινο, περνάει διαβάσεις με τη λογική "πρόφτασα πρώτος, πάτα εσύ φρένο" και με ένα μυστηριώδη τρόπο δεν τρακάρει!

"Να προσέχεις"


Η κίνηση στη Σμύρνη θυμίζει πολύ Κωνσταντινούπολη. Ατελείωτη. "Να κόψω δρόμο;", με ρώτησε. Δεν είχα ιδέα από τα στενοσόκκακα της πόλης και του έγνευσα ναι. Πρόλαβα να δω μόνο την πινακίδα της περιοχής. Μπασμάνε ή Μπασμανέ ή κάτι τέτοιο. Το αυτοκίνητο με το ζόρι χωρούσε στο στενό δρόμο, αλλά ο Ομέρ ήξερε καλά τα κατατόπια. Κάπου στα δεξιά μου σε ένα χώρο που θύμιζε πάρκινγκ είδα μια ομάδα ανθρώπων. Καθισμένοι κατάχαμα, όλοι κρατούσαν τσάντες, οικογένειες μικρά παιδιά. Συνειδητοποίησα ότι η Σμύρνη αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα διακίνησης προσφύγων στο Αιγαίο.

"Πρόσφυγες", μου είπε ο Ομέρ. Του ζήτησα να σταματήσει. "Θα σε πληρώσω έξτρα, περίμενε λίγο". "Εσύ να προσέχεις", μου είπε. "Αν σε πλησιάσει κανείς έλα στο αμάξι να φύγουμε". Επειδή δεν ήταν σίγουρος κλείδωσε το αμάξι σε μια γωνία και με πήρε στο κατόπι.

"Τώρα είναι λίγοι", μου είπε. "Το καλοκαίρι ήταν χιλιάδες. Ήταν παντού". "Πέρασαν όλοι απέναντι;", τον ρωτάω. "όχι, όχι. Πέρασαν όσοι πρόλαβαν. Τώρα ο καιρός χαλάει και το Αιγαίο δεν είναι πλάκα".

Πλησίασα τον όμιλο των προσφύγων με τον Ομέρ δίπλα μου. Αλλά δεν ήξερα τι να τους πω. Κουρασμένα πρόσωπα, ταλαιπωρημένοι, ξεσπιτωμένοι, μικρά παιδιά με αθώα βλέμματα, δύο τρεις ήταν νεαροί. Στο δικό μου στερεότυπο μεταξύ τους μπορεί να ήταν και υποψήφιοι δολοφόνοι, αλλά διάβολε δεν ήταν όλοι έτσι, δεν ήταν όλοι αυτό που θέλουμε βολικά να πιστεύουμε. Τα μικρά παιδιά που έβλεπα, οι γονείς που πιθανώς κρατούσαν όλο τους το βιός σε φτηνά σακ βουαγιάζ δεν είναι τρομοκράτες.

Και το χειρότερο από όλα: Μερικοί από αυτούς δεν θα φτάσουν ποτέ στο τέλος της περιπέτειας τους. Θα τους καταπιούν τα κύματα αφού τα φουσκωτά των δουλεμπόρων είναι βέβαιο ότι δεν θα τα βγάλουν όλα πέρα με τα κύματα. Διάλεξαν τη φυγή για να γλιτώσουν αλλά το τέλος τους θα είναι σε μια ξένη θάλασσα, σε μια ξένη γη. Ίσως μετράνε ώρες, ίσως μέρες ζωής στο κυνήγι μιας καλύτερης ζωής.

Ενα σμάρι πιτσιρίκια για μερικές καραμέλες


Στην απέναντι γωνία δύο μαγαζιά δίπλα-δίπλα. Το ένα πουλάει ρούχα, φτηνά τουρκικά και στη δεύτερη βιτρίνα διαφημίζει ανθεκτικά σωσίβια. Τραγική ειρωνεία. Το εμπόριο σωσιβίων, λέει, είναι το ταχύτατα ανερχόμενο στην πόλη τους τελευταίους μήνες. Το διπλανό είναι ένα ψιλικατζίδικο. Αγόρασα στα βιαστικά μερικές καραμέλες, δύο τρεις σοκολάτες. Τριάντα τουρκικές λίρες, δέκα ευρώ. Φτηνός τρόπος για να ξορκίσω ότι ένιωθα. Ανίκανος να κάνω οτιδήποτε άλλο. Τις έδωσα στον Ομέρ που μάζεψε γύρω του ένα σμάρι πιτσιρίκια όταν πήραν χαμπάρι το ασήμαντο δώρο. Κάποιοι από τους κουρασμένους γονείς τους χαμογέλασαν. Η άλλη πλευρά του καθρέφτη.

Στη γωνία ένας τύπος παρακολουθούσε το σκηνικό. Πλησίασε τον Ομέρ και κάτι του είπε μόλις με είδε να βγάζω τη φωτογραφική μηχανή που έχω πάντα στην τσάντα μου. "Καλύτερα να φύγουμε", μου είπε. Δεν ήξερε τη λέξη στα αγγλικά. "Είναι υπεύθυνος για αυτούς τους ανθρώπους".

Δουλέμπορος. Του έριξα μια τελευταία ματιά. Σακάκι, παντελόνι τζιν, κοντοκουρεμένο μαλλί, διαστάσεις μπράβου σε πόρτα νυχτερινού μαγαζιού.

Τη βόλτα στο λιμάνι την πήγα. Αλλά στο λόγο μου δεν σκέφτηκα ούτε τα "Ματωμένα Χώματα" της Διδούς, ούτε τα σπρωξίματα της Ρεπούση. Το λιμάνι της Σμύρνης είναι η άλλη πλευρά του καθρέφτη. Δίπλα του ένας ατελείωτος πεζόδρομος, παιδιά τρέχουν, ζευγάρια κάθονται αγκαλιασμένα, εικόνα που δύσκολα θα έβλεπες στην Τουρκία πριν από δέκα χρόνια, κάποιοι ψαρεύουν.

Λίγο πιο κει υπάρχει το κτίριο του τελωνείου. Για τους νόμιμους ταξιδιώτες. Για τους άλλους υπάρχουν μόνο φουσκωτά, ένα νυχτερινό ταξίδι, το Αιγαίο, μια ήπειρος απέναντι που πιστεύουν ότι θα ξαναφτιάξουν τις ζωές τους. Δέκα λεπτά περπάτημα. Δέκα λεπτά για να σκεφτείς. Δέκα λεπτά αρκετά για να ευγνωμονείς τη ζωή. Και μετά επιστροφή στο ξενοδοχείο, η προετοιμασία μιας ακόμη μετάδοσης, σε καλά προφυλαγμένο περιβάλλον.

Δεν ξέρω πώς να κλείσω ένα τέτοιο κείμενο. Αν ήταν για μπάσκετ σίγουρα θα έβρισκα τον κατάλληλο επίλογο, αλλά τώρα τι να πω και να μη φανεί φτηνό. Καλύτερα τα λένε τα τραγούδια… Οι στίχοι που έγραψε ο Xplicit των Στίχοιμα στο τραγούδι "Νιώσε μας" ίσως είναι ένας καλός τρόπος να το ξανασκεφτούμε το πράγμα. Γραμμένοι πριν αρχίσουν οι καραβιές να φτάνουν στη Μυτιλήνη ή στη Χίο, αλλά προφητικοί. Για μένα αρκούσαν δέκα λεπτά περπάτημα στα στενά της Σμύρνης και η ιδέα ότι δεν θα ξαναθυμώσω με τον σκούρο τυπάκο που θέλει στα φανάρια να πλύνει τα τζάμια του αυτοκινήτου.

"Ξεκινήσαμε μια μέρα από τους τόπους του τίποτα,

με βάρκες που χάθηκαν στον ορίζοντα,

κάποιοι από μας γίνανε ένα με τα κύματα,

κι άλλοι κάνανε στην Ευρώπη τα πρώτα βήματα,

νιώσε μας στέγη δουλειά κι αγάπη δώσε μας,

είμαστε αδύναμοι και 'μεις όπως και οι χώρες μας,

νιώθουμε παράνομοι σε μια πατρίδα άγονη,

άκου τις κραυγές των λαών κι όχι του Άδωνη,

νιώσε μας κοίτα μας τι σου θυμίζουμε?
Έλληνες του '50 πιάτα καθαρίζουμε,

γελαστοί σκούροι τύποι που βλέπεις στα φανάρια,

και τους θυμώνεις που σου πλένουνε τα τζάμια,

ξέρεις δε θα ήθελα να ήμουνα εδώ,

έχω πατρίδα οικογένεια και εγώ,

Έλληνα στη χώρα μου έχει εμφύλιο και χούντα μην ξεχνάς,

και εδώ είχατε εμφύλιο και χούντα,

νιώσε μας κανείς εδώ δεν ήρθε για να κλέψει,

ήρθαμε για δικαίωμα στο όνειρο στη σκέψη,

δεν πιστεύουμε στον ίδιο θεό μα έχουμε ένα κοινό,

και τους δυο πολιτικοί μας έχουν κλέψει.
Νιώσε μας αν θέλεις λίγη αγάπη δώσε μας,

στέγη δουλειά αξιοπρέπεια σώσε μας,

μόνο μη λες να φύγω δεν έχω που να πάω,

πατρίδα μου είναι το χώμα που τώρα πατάω,

γι'αυτό νιώσε μας αν θέλεις λίγη αγάπη δώσε μας,

στέγη δουλειά αξιοπρέπεια σώσε μας,

μόνο μη λες να φύγω δεν έχω που να πάω,

πατρίδα μου είναι ότι μισώ και ότι αγαπάω
Είμαι το παρελθόν σου είμαι οι ενοχές σου,

είμαι η δουλειά που δε θα έκανες ποτέ σου,

είμαι τα όνειρα μου δίπλα στα όνειρα σου,

και τα παιδιά μου να παίζουν με τα δικά σου,

στην ίδια τάξη στο ίδιο άστυ,

αύριο στην ίδια σχολή στην ίδια φάση,

ίσως και στην ίδια δουλειά στην ίδια λάσπη,

μάθε το παιδί σου να αγαπά το μετανάστη,
νιώσε μας αν δεν μπορείς στους μπάτσους δώσε μας,

αν νιώθεις πιο καλά στα κελιά χώσε μας,

και άμα φοβάσαι μόνος τις νύχτες,

φώναξε στην γειτονιά και `συ τους χρυσαυγίτες,

νιώσε μας αύριο μπορεί να είσαι άρρωστος,

και το παιδί μου ίσως να `ναι γιατρός,

ή στη χειρότερη αύριο μπορεί να `σαι κατάδικος, "

στο ίδιο κελί με μας το ίδιο να φαΐ να τρως,

για αυτό νιώσε με κάτσε δίπλα μου έλα μίλα μου,

θέλω να μου πεις τον καημό σου και εγώ την πίκρα μου,

θα βρω ελευθερία όταν στα λεωφορεία,

στην δίπλα θέση κάτσεις άνετα χωρίς φοβία,

πρόσεχε τα ghetto που φτιάχνουν δεν είναι λύση,

το ξένο θα μείνει ξένο όταν μόνο του ζήσει,

ή θα γίνουμε Astoria όπως εσείς στη Δύση,

ή μειονότητα του Saint Dennis να καίμε το Παρίσι’’.

Πηγή: contra

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου