Του Δημήτρη Μπεκιάρη
Το τελευταίο χρονικό διάστημα αυξάνονται οι παρεμβάσεις και η αρθρογραφία αντιδραστικών τμημάτων της διανόησης και της δημοσιογραφίας, οι οποίες επισημαίνουν το εξής: Ότι η κρίση χρέους, η έλλειψη επάρκειας για τη διαχείριση των κοινωνικών και πολιτικών επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης από την πλευρά του αστικού πολιτικού συστήματος, η οριστική εξομοίωση των κυρίαρχων και βασικών πυλώνων του μεταπολιτευτικού αστικοκοινοβουλευτικού συστήματος (ΠΑΣΟΚ – ΝΔ) εγκυμονούν τον «κίνδυνο» η Αριστερά , κυρίως αν συμπράξει, να καταστεί κυρίαρχη πολιτική δύναμη. Εννοούν ότι τα ποσοστά τα οποία θα συγκεντρώσουν το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, ο ΣΥΡΙΖΑ, η Δημοκρατική Αριστερά και κάποια τμήματα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς στις επόμενες εκλογές θα αναδείξουν την ύπαρξη της προοδευτικής πλειοψηφίας στην ελληνική κοινωνία, η οποία από τις ίδιες τις συνθήκες θα θέσει το παλλαϊκό αίτημα για αλλαγή του μοντέλου πολιτικής οικονομίας, για προοδευτική και δημοκρατική διακυβέρνηση και για ανατροπή της πολιτικής του μνημονίου.
Ταυτόχρονα, όμως, και ενώ αποδέχονται την ολοκληρωτική αποτυχία των αστικών πολιτικών δυνάμεων να διαχειριστούν την οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση, εισηγούνται με ξεδιάντροπο τρόπο τη συνέχιση των καταστροφικών για τον ελληνικό λαό πολιτικών, αρκεί να διασωθούν τα παρωχημένα στερεότυπα του μεταπολιτευτικού – και όχι μόνο – αστικοκοινοβουλευτικού συστήματος και η χρεοκοπημένη μεγαλοαστική τάξη η οποία απέτυχε να αναπτύξει αυτόνομα, ισορροπημένα και με σχετική αυτονομία την ελληνική οικονομία.
Ο πραγματικός «κίνδυνος» για τον ελληνικό λαό δεν είναι βέβαια η Αριστερά και η προοπτική πολιτικής κυριαρχίας της ή η σύμπραξη των προοδευτικών, δημοκρατικών και αριστερών πυρήνων της ελληνικής κοινωνίας για την ανασυγκρότηση της «Δημοκρατικής Παράταξης», αλλά οι πολιτικές δυνάμεις, τα τμήματα του πολιτικού προσωπικού, το ντόπιο και ξένο Κεφάλαιο και το κατεστημένο της εγχώριας επιδοτούμενης διαχρονικά από το κράτος medioκρατίας που στηρίζουν σήμερα την τοποθετημένη από τις Βρυξέλλες, από τα ανώτερα διευθυντήρια της Φρανκφούρτης και από το διεθνές τραπεζικό σύστημα κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου και τις πολιτικές εξαθλίωσης και εξανδραποδισμού του ελληνικού λαού, αλλά και αποικιοποίησης της χώρας μας. Οι ίδιες αντιδραστικές δυνάμεις, μετά τις εκλογές, όταν και όποτε αυτές διενεργηθούν, θα σπεύσουν να στηρίξουν οποιαδήποτε προσπάθεια συγκυβέρνησης, η οποία βέβαια θα έχει αντιλαϊκό προσανατολισμό και θα είναι προσηλωμένη στην υλοποίηση και στην ολοκλήρωση της «μνημονιακής» πολιτικής και στην ικανοποίηση, χωρίς διαπραγμάτευση, όλων των αιτημάτων της Τρόικας.
Οι αντιδραστικές δυνάμεις, οι οποίες επισημαίνουν τον «κίνδυνο» να κυβερνήσει η Αριστερά, είναι αναμφίβολα δεμένες στο άρμα του «Μαύρου Μετώπου», το οποίο έχουν συγκροτήσει από κοινού τα τρία πολιτικά κόμματα της συγκυβέρνησης (ΠΑΣΟΚ – ΝΔ – ΛΑΟΣ), η ντόπια μεγαλοαστική τάξη και η υπερεθνική ελίτ. Η πολιτική του μνημονίου, την οποία συνεχίζει να υλοποιεί ο αυθεντικός εκφραστής ή «ευπατρίδης» του διεθνούς τραπεζικού συστήματος, ο διορισμένος από τα διεθνή κέντρα οικονομικής και πολιτικής εξουσίας «πρωθυπουργός» Λουκάς Παπαδήμος, και η προσπάθεια μετατροπής της Ελλάδας σε νέου τύπου αποικία ή σε γερμανική ενδοχώρα, έχουν δημιουργήσει νέα πόλωση στην ελληνική κοινωνία, την ύπαρξη της οποίας δεν δύναται να αμφισβητήσει κανείς. Στο πλαίσιο αυτής της πόλωσης, διαπιστώνεται ξεκάθαρα η συγκρουσιακή σχέση ανάμεσα στους εκφραστές και θιασώτες της πολιτικής του μνημονίου και στον κυρίαρχο λαό, δηλαδή στην πλειοψηφία του ελληνικού λαού η οποία αντιδρά με μαζικό τρόπο στο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, στην επιβολή μεσαιωνικών συνθηκών στις εργασιακές σχέσεις, στην υποθήκευση του μέλλοντος των νέων γενεών, στην εκχώρηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της πατρίδας μας και στην απόπειρα απεμπόλησης των κεκτημένων του εργατικού κινήματος.
Το αντιμνημονιακό μέτωπο
Όμως, και ο «αντιμνημονιακός πόλος» στην ελληνική κοινωνία εκ των πραγμάτων δεν αποτελεί αρραγές μέτωπο όσο και αν επιχειρείται να αποδοθεί σε αυτό ενιαία υπόσταση. Η αλήθεια είναι ότι σε αυτό το οποίο ονομάζεται «αντιμνημονιακό μέτωπο» είναι διακριτή, για παράδειγμα, η παρουσία προοδευτικών, δημοκρατικών και αριστερών πολιτικών δυνάμεων από τη μία και υπερσυντηρητικών, ακροδεξιών και παραθρησκευτικών ομάδων και οργανώσεων από την άλλη, οι στόχοι των οποίων, η πολιτική φιλοσοφία και το μοντέλο πολιτικής οικονομίας που προτείνουν είναι εκ διαμέτρου αντίθετα στοιχεία. Η εμπειρία του πρόσφατου κινήματος των «αγανακτισμένων» απέδειξε στην πράξη ότι οι αποϊδεολογικοποιημένες και ακαθόριστες σε ότι έχει να κάνει με τους πολιτικούς τους στόχους κινητοποιήσεις ή κινήσεις, στις οποίες κυριαρχεί το στοιχείο της ατομικότητας και όχι της συλλογικότητας στη βάση ενός συγκεκριμένου προγράμματος εξόδου από την κρίση και διαμόρφωσης των όρων και των προϋποθέσεων διακυβέρνησης, όχι μόνο δεν είχαν κανένα απολύτως μέλλον, αλλά δεν κατάφεραν κανένα απολύτως πλήγμα στις δυνάμεις της αντίδρασης και του μνημονίου. Πολιτικές και κοινωνικές ομάδες ή οργανώσεις, οι οποίες προέρχονται από τη Δεξιά ή τη Λαϊκή Δεξιά και την «Ακροδεξιά» δεν μπορούν να προσφέρουν τίποτα στην προσπάθεια αποδέσμευσης της χώρας από τα δεσμά του μνημονίου για τον λόγο ότι αποτελούν σάρκα εκ της σαρκός του καπιταλιστικού συστήματος και ως εκ τούτου όχι μόνο αποτελούν διαχρονικό μέρος του προβλήματος, αλλά τίθενται ανά πάσα στιγμή στη υπηρεσία εξωθεσμικών κέντρων και δομημένων συμφερόντων, ώστε να ανακόψουν την αυξανόμενη δυναμική του λαϊκού κινήματος. Ένα παράδειγμα: Η «αντιμνημονιακή» Δεξιά, η οποία αδυνατεί, αλλά και δεν επιθυμεί να αντιληφθεί την ταξική διάσταση του οικονομικού και κοινωνικού «πολέμου», ο οποίος διεξάγεται σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, συνθηματολογεί ακατάσχετά «υπέρ της πατρίδος» χωρίς να ταυτίζει το λαϊκό με το εθνικό συμφέρον. Αντίθετα συσκοτίζει την έννοια του λαϊκού συμφέροντος, ταυτίζοντας το εθνικό συμφέρον με τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις του ντόπιου Κεφαλαίου και της μεγαλοαστικής τάξης, το οποίο, όμως, είναι διασυνδεμένο με το διεθνές τραπεζικό σύστημα και με τα μονοπώλια. Συνθηματολογεί, δήθεν, κατά του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας σε ξενικά συμφέροντα, αλλά δεν έχει καμία αντίρρηση στο να δραστηριοποιείται ανεξέλεγκτα και ασύδοτα η μεγαλοαστική τάξη σε βάρος του ελληνικού λαού.
Ένα ακόμη παράδειγμα υποκρισίας: Η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας αφού ύψωσε εν αρχή το «αντιμνημονιακό λάβαρο» με τον λαϊκισμό να περισσεύει και ενώ είναι ακόμη νωπές οι μνήμες από την καταστροφική περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, παρείχε ψήφο σε άρθρα του μνημονίου, του εφαρμοστικού νόμου και του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, αλλά και όποτε χρειάστηκε, έδωσε απλόχερα την απαραίτητη συναίνεση σε επί μέρους εκδηλώσεις και εκφράσεις της μνημονιακής πολιτικής και στη συνέχεια, με αντικειμενικό σκοπό να αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας έστω και με ημερομηνία λήξης, στήριξε το κοινοβουλευτικό πραξικόπημα και την παραβίαση του συντάγματος συμμετέχοντας στην διαδικασία των κλειστών διαπραγματεύσεων για την εγκατάσταση της ξενοκίνητης κυβέρνησης Παπαδήμου, δίνοντάς της ψήφο εμπιστοσύνης και συγκυβερνώντας. Αντίθετα οι μόνες πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες παραμένουν συνεπείς στη σύγκρουση με την μνημονιακή πολιτική είναι εκείνες της Αριστεράς.
Αριστερή πλειοψηφία
Τα αποτελέσματα όλων των τελευταίων δημοσκοπήσεων συμφωνούν στο ότι τα κόμματα της κοινοβουλευτικής και εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς ενισχύονται, αλλά και ότι τα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ καταρρέουν. Η πλειοψηφία του ελληνικού λαού έχει συνειδητοποιήσει ότι:
- Δεν έχει να περιμένει τίποτα, το οποίο θα βελτιώσει τη θέση του και την κατάσταση στην Ελλάδα από τους χρεοκοπημένους πυλώνες της μεταπολιτευτικής αστικοκοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
- Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές και οι πολιτικοί και οικονομικοί εκφραστές τους ευθύνονται για τις συνθήκες εξαναδραποδισμού και εξαθλίωσής του
- Η κυβερνητική σύμπραξη του ΠΑΣΟΚ με την Δεξιά και την Ακροδεξιά, έχει ως αντικειμενικό σκοπό να προσφέρει τις υπηρεσίες της στην ντόπια και υπερθνική οικονομική και επιχειρηματική ελίτ, στο διεθνές τραπεζικό σύστημα και όχι στον ελληνικό λαό
- Το «Μαύρο Μέτωπο» της μνημονιακής συνεργασίας του ΠΑΣΟΚ, της Νέας Δημοκρατίας και του ΛΑΟΣ, το οποίο απεδέχθη και στήριξε με όλες του τις δυνάμεις το κοινοβουλευτικό πραξικόπημα της συγκρότησης της κυβέρνησης Παπαδήμου θα οδηγήσει τη χώρα πιο βαθειά στην οικονομική ύφεση και τελικά στη χρεοκοπία
- Οι πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς, παρά τις σημαντικές διαφοροποιήσεις τους σε αμιγώς στρατηγικά και πολιτικά ζητήματα, αποτελούν τους αυθεντικότερους και πιο έντιμους υποστηρικτές των αγώνων των εργαζομένων και του ελληνικού λαού στο σύνολό του
Τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων αντανακλούν μία και μόνη πραγματικότητα: Ότι ανεξάρτητα από το αν θα συνεργαστούν ή όχι οι πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς, η αριστερή, δημοκρατική και προοδευτική πλειοψηφία υπάρχει de facto. Δεν είναι ψέμα ότι η δημοσκοπική άνοδος των κομμάτων της Αριστεράς, οφείλεται σε πολύ μεγάλο ποσοστό στην κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ, τα αίτια της οποίας πρέπει να αναζητηθούν όχι μόνο στην αντιδραστική πολιτική που υλοποίησε ως κυβέρνηση τη διετία 2009-2011, αλλά και στην σταδιακή διάρρηξη των σχέσεων του Κινήματος με τα λαϊκά και κοινωνικά στρώματα, τα οποία αποτέλεσαν την ραχοκοκαλιά του από το 1974. Σε αυτή τη βάση, παράλληλα με τη διερεύνηση των ακριβών αιτίων της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους και την ολοκληρωμένη παρουσίαση προτάσεων εξόδου από αυτή, βασική προϋπόθεση για την ανατροπή της καταστροφικής νεοφιλελεύθερης πολιτικής, η οποία ασκείται από την κυβέρνηση Παπαδήμου, αποτελεί η ανασυγκρότηση της «Δημοκρατικής Παράταξης», σε μία συγκυρία που στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ διεξάγεται πόλεμος χαρακωμάτων ανάμεσα σε νέο – δεξιές και νεοφιλελεύθερες γκρούπες, οι οποίες διεκδικούν την ηγεσία. Η δεξιά στροφή του ΠΑΣΟΚ, η οποία ξεκίνησε με πιο εντατικούς ρυθμούς έπειτα από την εκλογή Σημίτη στην ηγεσία του Κινήματος το 1996 και ολοκληρώνεται σήμερα με την, κατά τα φαινόμενα, κυριαρχία των πλέον αντιδραστικών και νεοφιλελεύθερων τάσεων στο εσωτερικό του, θα απεγκλωβίσει εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόρους στις επόμενες εκλογές, όποτε και αν αυτές διεξαχθούν, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους θα στραφούν σε αριστερές και προοδευτικές λύσεις, είτε στο ΚΚΕ, είτε στον ΣΥΡΙΖΑ, είτε στην Δημοκρατική Αριστερά είτε σε κόμματα και οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Η αριστερή, προοδευτική και δημοκρατική πλειοψηφία, για να επιτευχθούν βραχυμεσοπρόθεσμοι και στη συνέχεια μακροπρόθεσμοι στρατηγικοί στόχοι της και οι στόχοι ολόκληρου του λαϊκού κινήματος έχει μόνο μία επιλογή: Την έναρξη και ολοκλήρωση της ενωτικής διαδικασίας με αντικειμενικό σκοπό την αριστερή διακυβέρνηση, η οποία θα οδηγήσει σε έξοδο από την οικονομική κρίση και στην ικανοποίηση των παλλαϊκών αιτημάτων για πρόοδο, ευημερία και ανάπτυξη. Καθήκον της «Ενωμένης Αριστεράς», είναι αφενός η επεξεργασία ενός προγράμματος εξόδου από την σφοδρή οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση και αφετέρου η παρουσίαση ολοκληρωμένης κυβερνητικής πρότασης. Την στιγμή που τα αστικά κόμματα, τα οποία στηρίζουν την κυβέρνηση Παπαδήμου και η ντόπια και υπερεθνική ελίτ απευθύνουν κάλεσμα «υπευθυνότητας» για την υλοποίηση των σφοδρότερων αντιλαϊκών πολιτικών που γνώρισε ποτέ ο ελληνικός λαός και για το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, ευθύνη των πολιτικών φορέων και των οργανώσεων της Αριστεράς είναι να συμπράξουν ως τμήματα της προοδευτικής πολιτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας όχι μόνο για να ανακόψουν με συνεχείς και ακόμη πιο έντονους αγώνες τη νεοφιλελεύθερη επέλαση και την εφόρμηση του διεθνούς κεφαλαίου που στόχο έχει την απομύζηση των εθνικών πόρων και την ,μετατροπή του ελληνικού λαού σε φθηνή εργατική δύναμη αντίστοιχη με εκείνη που θα συναντήσει κανείς στην Ασία ή στην Αφρική, αλλά και για να υλοποιήσει ένα ενωτικό πρόγραμμα δράσης και διακυβέρνησης που θα αντιστρέψει τους όρους προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων.
«Ενωμένη Αριστερά»
Οι αγώνες και η πολιτική για αποδέσμευση της χώρας και του λαού μας από το μνημόνιο, ισοδυναμούν ξεκάθαρα και αδιαπραγμάτευτα διαδικασία εθνικής, λαϊκής και κοινωνικής απελευθέρωσης. Η ανασυγκρότηση της «Δημοκρατικής Παράταξης» και η πρόταση αριστερής διακυβέρνησης ως μοναδικής λύσης για την απελευθέρωση του λαού μας περνούν μέσα από την συγκρότηση ενός απελευθερωτικού μετώπου, ενός νέου «ΕΑΜ», το οποίο θα συσπειρώσει το λαό στις τάξεις του. Οι συνθήκες επιβάλλουν την υλοποίηση βραχυ – μεσοπρόθεσμης στρατηγικής, ως απάντησης στην επιβαλλόμενη από τα διευθυντήρια της Γερμανίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης υφαρπαγή των κλασσικών αρμοδιοτήτων του έθνους – κράτους, στην παραβίαση της συνταγματικής τάξης, στην απογύμνωση της χώρας μας από τον πλούτο της, στην απεθνικοποίηση και αποκοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και στην εξαθλίωση του λαού μας. Το «νέο ΕΑΜ», ως μαζική οργάνωση, ως ευρύτατη πολιτική και κοινωνική συμμαχία ανατροπής της επιβαλλόμενης πολιτικής από τα διεθνή οικονομικά και πολιτικά κέντρα εξουσίας θα αγωνιστεί ενάντια στην πολιτική του μνημονίου και στον εχθρικό προς τη δημοκρατία νεοφιλελευθερισμό. Σκοπός του νέου «ΕΑΜ» θα είναι εκτός από την ολοκλήρωση της εθνικής και λαϊκής απελευθέρωσης η μεταξελιξή του σε πόλο διακυβέρνησης και λαϊκής εξουσίας, ο οποίος θα αναλάβει τις τύχες της χώρας μαζί με τον λαό για το λαό. Για αυτόν τον πολύ σοβαρό λόγο, θα πρέπει να επιτευχθεί η εκλογική ενότητα της Αριστεράς. Σε αυτή τη βάση πρέπει να επισημαίνεται διαρκώς ότι πρέπει να δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις υπέρβασης της αντίφασης ανάμεσα στην ωριμότητα των αντικειμενικών συνθηκών για την σύμπραξη των Αριστερών πολιτικών φορέων και οργανώσεων και στην ανωριμότητα των προοδευτικών πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων και των ηγεσιών των κομμάτων της Αριστεράς να υλοποιήσουν τα καθήκοντά τους προς αυτή την κατεύθυνση.
Η πολυδιάσπαση της Αριστεράς και οι ιδεολογικές, πολιτικές και στρατηγικές περιχαρακώσεις στους κόλπους της αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα για την ολοκλήρωση της ενωτικής διαδικασίας. Το ΚΚΕ απόλυτα συνεπές στον πολιτικό λόγο τον οποίο αρθρώνει και στην στρατηγική του για έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και για λαϊκή εξουσία, θα πρέπει να θεωρείται αδύνατον ότι, τουλάχιστον στην παρούσα συγκυρία, θα δεχόταν να συμπράξει με πολιτικές δυνάμεις προερχόμενες από την ευρύτερη Αριστερά. Ακόμη και αν το ΚΚΕ δεν συμμετάσχει στην ανάπτυξη αυτού του διαδικαστικού πλαισίου, ως το ισχυρότερο κόμμα της κοινοβουλευτικής Αριστεράς στην Ελλάδα, υπάρχουν οι δυνάμεις, οι δυνατότητες και οι δεξαμενές σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, ώστε το εγχείρημα της ενότητας της Αριστεράς όχι μόνο να επιτευχθεί, αλλά και να προσλάβει χαρακτηριστικά ανασυγκρότησης της δημοκρατικής παράταξης και διακυβέρνησης. Η «Δημοκρατική Αριστερά», στην οποία αντιδραστικοί κύκλοι προσδίδουν τον τίτλο της «υπεύθυνης Αριστεράς» δείχνει, προς το παρόν να λειτουργεί ως ανάχωμα της διαδικασίας ένταξης των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι το εγκαταλείπουν, το οποίο εμποδίζει την ένταξή τους σε ριζοσπαστικότερους πολιτικούς χώρους. Ο Συνασπισμός και η ηγεσία του απευθύνουν συχνά προσκλητήρια για συνεργασία των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων και για την δημιουργία του Κόμματος της «Κοινωνικής Αντίστασης», το οποίο θα αποτελέσει το αντίπαλο δέος προς το «Κόμμα του Μνημονίου», αλλά είναι προφανές ότι ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί μόνος του να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για αριστερή διακυβέρνηση. Ο μεγάλος όγκος των ανθρώπων οι οποίοι θα στηρίξουν τη διαδικασία της συγκρότησης και της πολιτικής κυριαρχίας της «Παναριστεράς» προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ . Αν η βάση του ΠΑΣΟΚ και οι ριζοσπαστικότερες δυνάμεις στο εσωτερικό του, οι πολιτικές και οι κοινωνικές δυνάμεις που θα βρεθούν στην πρωτοπορία, συνειδητοποιήσουν ότι τώρα είναι ώριμες όσο ποτέ οι συνθήκες για την δημιουργία ενός αντινεοφιλελεύθερου, προοδευτικού και δημοκρατικού πολιτικού φορέα αριστερής διακυβέρνησης, τότε το όραμα της «Ενωμένης Αριστεράς» θα γίνει πραγματικότητα και μάλιστα «από τα κάτω». Αριστερή διακυβέρνηση
Η πολυδιάσπαση της Αριστεράς και οι ιδεολογικές, πολιτικές και στρατηγικές περιχαρακώσεις στους κόλπους της αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα για την ολοκλήρωση της ενωτικής διαδικασίας. Το ΚΚΕ απόλυτα συνεπές στον πολιτικό λόγο τον οποίο αρθρώνει και στην στρατηγική του για έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και για λαϊκή εξουσία, θα πρέπει να θεωρείται αδύνατον ότι, τουλάχιστον στην παρούσα συγκυρία, θα δεχόταν να συμπράξει με πολιτικές δυνάμεις προερχόμενες από την ευρύτερη Αριστερά. Ακόμη και αν το ΚΚΕ δεν συμμετάσχει στην ανάπτυξη αυτού του διαδικαστικού πλαισίου, ως το ισχυρότερο κόμμα της κοινοβουλευτικής Αριστεράς στην Ελλάδα, υπάρχουν οι δυνάμεις, οι δυνατότητες και οι δεξαμενές σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, ώστε το εγχείρημα της ενότητας της Αριστεράς όχι μόνο να επιτευχθεί, αλλά και να προσλάβει χαρακτηριστικά ανασυγκρότησης της δημοκρατικής παράταξης και διακυβέρνησης. Η «Δημοκρατική Αριστερά», στην οποία αντιδραστικοί κύκλοι προσδίδουν τον τίτλο της «υπεύθυνης Αριστεράς» δείχνει, προς το παρόν να λειτουργεί ως ανάχωμα της διαδικασίας ένταξης των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι το εγκαταλείπουν, το οποίο εμποδίζει την ένταξή τους σε ριζοσπαστικότερους πολιτικούς χώρους. Ο Συνασπισμός και η ηγεσία του απευθύνουν συχνά προσκλητήρια για συνεργασία των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων και για την δημιουργία του Κόμματος της «Κοινωνικής Αντίστασης», το οποίο θα αποτελέσει το αντίπαλο δέος προς το «Κόμμα του Μνημονίου», αλλά είναι προφανές ότι ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί μόνος του να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για αριστερή διακυβέρνηση. Ο μεγάλος όγκος των ανθρώπων οι οποίοι θα στηρίξουν τη διαδικασία της συγκρότησης και της πολιτικής κυριαρχίας της «Παναριστεράς» προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ . Αν η βάση του ΠΑΣΟΚ και οι ριζοσπαστικότερες δυνάμεις στο εσωτερικό του, οι πολιτικές και οι κοινωνικές δυνάμεις που θα βρεθούν στην πρωτοπορία, συνειδητοποιήσουν ότι τώρα είναι ώριμες όσο ποτέ οι συνθήκες για την δημιουργία ενός αντινεοφιλελεύθερου, προοδευτικού και δημοκρατικού πολιτικού φορέα αριστερής διακυβέρνησης, τότε το όραμα της «Ενωμένης Αριστεράς» θα γίνει πραγματικότητα και μάλιστα «από τα κάτω». Αριστερή διακυβέρνηση
Ανεξάρτητα από μακροπρόθεσμους στρατηγικούς στόχους των πολιτικών δυνάμεων της Αριστεράς, το ζητούμενο στην παρούσα συγκυρία είναι η απεμπλοκή της Ελλάδας από την πολιτική του μνημονίου. Στη συνέχεια η «Ενωμένη Αριστερά», ως ανασυγκροτημένη Δημοκρατική Παράταξη και ως φορέας διακυβέρνησης θα θέσει εκ νέου ως σύνοψη του προγράμματός της το τετράπτυχο «εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή κυριαρχία, κοινωνική δικαιοσύνη, δημοκρατική διαδικασία».
Βασικοί αντικειμενικοί σκοποί και καθήκοντα αυτής προοδευτικής σύμπραξης και του μίνιμουμ προγράμματος, το οποίο θα έχει κυρίως μεταρρυθμιστικό χαρακτήρα, σε γενικές γραμμές θα μπορούσαν να είναι:
Βασικοί αντικειμενικοί σκοποί και καθήκοντα αυτής προοδευτικής σύμπραξης και του μίνιμουμ προγράμματος, το οποίο θα έχει κυρίως μεταρρυθμιστικό χαρακτήρα, σε γενικές γραμμές θα μπορούσαν να είναι:
- Η άμεση έξοδος της χώρας από το μνημόνιο
- Η εθνική, πολιτική και οικονομική ανεξαρτησία
- Η εθνικοποίηση και κοινωνικοποίηση όσο γίνεται περισσότερων μέσων παραγωγής
- Η ανάκτηση από τον δημόσιο τομέα των στρατηγικής σημασίας εταιρειών, οι οποίες ξεπουλήθηκαν, όπως για παράδειγμα του ΟΤΕ
- Η υλοποίηση οικονομικής πολιτικής με έμφαση στην παραγωγική διαδικασία προς όφελος των εργαζομένων και της εργατικής τάξης
- Η ανάκτηση της διοίκησης της οικονομίας από τις τράπεζες
- Η κρατικοποίηση μεγάλου μέρους του τραπεζικού συστήματος
- Η ανάκτηση, σε πρώτη φάση, της Εθνικής Τράπεζας, του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και της Αγροτικής Τράπεζας από τον δημόσιο τομέα
- Ο εξορθολογισμός των αμυντικών δαπανών
- Η ταύτιση εθνικού συμφέροντος με το λαϊκό συμφέρον και όχι με το συμφέρον του μεγάλου Κεφαλαίου και της μεγαλοαστικής τάξης
- Η αναζήτηση εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης και δανεισμού
- Η επαναδιαπραγμάτευση του ελληνικού χρέους
- Η απαίτηση των γερμανικών αποζημιώσεων
- Η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της χώρας μας
- Η αξιοποίηση ολόκληρης της ακίνητης περιουσίας του ελληνικού δημοσίου
- Η διακοπή του προγράμματος απολύσεων στον δημόσιο τομέα και η κατάργηση της εργασιακής εφεδρείας
- Η φορολογική μεταρρύθμιση προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων της κοινωνίας, μέσω της οποίας θα μετατεθούν τα φορολογικά βάρη στα μεγαλύτερα εισοδήματα, και η αναδιανομή του πλούτου
- Η αύξηση των δαπανών στους τομείς της υγείας και της παιδείας
- Η κάλυψη με προσωπικό όλων των οργανικών θέσεων στην υγεία
- Η ενίσχυση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της παιδείας
- Η αγροτική μεταρρύθμιση, με σκοπό την αναδιάταξη της αγροτικής παραγωγής την οποία διέλυσε η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης
- Η δημιουργία και η ενίσχυση γεωργικών και αγροτικών συνεταιρισμών
- Η αναδιάταξη της πρωτογενούς παραγωγής στο σύνολό της
- Η δημιουργία προϋποθέσεων για εργατικό έλεγχο στα εργοστάσια και στις βιοτεχνίες που χρεοκοπούν ή έχουν χρεοκοπήσει
- Η κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων
- Η αποκατάσταση των εργασιακών σχέσεων
- Η θέσπιση νομοθετικών ρυθμίσεων ώστε να συγκλίνουν οι μισθοί των Ελλήνων με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο
- Η αύξηση των δημοσίων επενδύσεων με στόχο την καταπολέμηση της ανεργίας
- Η βιομηχανοποίηση της χώρας με βάση την ανάπτυξη των παραγωγικών της δυνατοτήτων και την εκμετάλλευση των πρώτων υλών και του ορυκτού της πλούτου
- Η εξάπλωση του εξωτερικού εμπορίου
- Η αναχαίτιση της ασύδοτης δράσης των μονοπωλίων και του μονοπωλιακού καπιταλισμού
- Η απλοποίηση των γραφειοκρατικών διαδικασιών σε ολόκληρο των δημόσιο τομέα
- Η επανεξέταση των διεθνών συμμαχιών και των διεθνών σχέσεων της χώρας
- Η υλοποίηση αυστηρής περιβαλλοντικής πολιτικής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου